ΕΙΝΑΙ ΜΕΓΑΛΟ ΒΑΡΟΣ η αγάπη που ήθελες να δώσεις και δεν έδωσες. Η εκτίμηση που ήθελες να εκφράσεις και το έκανες καθυστερημένα (από δειλία ή επειδή κάποιο τυχαίο εμπόδιο τη ματαίωσε), όταν κανείς δεν σε άκουγε πια.
Το έκανα με τον πατέρα μου. Το έκανα με τον Μάνο Χατζιδάκι. Δεν θα το κάνω με τον Διονύση Σαββόπουλο.
Κάνω τη σύνδεση, όχι τυχαία. Πιστεύω ότι αυτοί οι δύο τεράστιοι καλλιτέχνες, που είχαν ριζική επίδραση πάνω μου, συκοφαντήθηκαν, λοιδορήθηκαν και απαξιώθηκαν κατάμουτρα, όσο έζησαν ή ζουν, σαν να ήταν οι χειρότεροι εγκληματίες. Που δεν ήταν! Το ίδιο κάναμε και για άλλους (τον «Μίκυ» Θεοδωράκη, τον Νταλάρα κ.λπ.), αλλά με αυτούς δεν ένιωθα συγγένεια, δεν τους παρακολουθούσα.
Τον Χατζιδάκι τον είχε διασύρει η λούμπεν συμμορία της «Αυριανής» και του Κουρή. Είχε συνδράμει ολόκληρο το ΠΑΣΟΚ, αυτό το γρήγορα κακοφορμισμένο κόμμα που μεράκλωνε με ζεϊμπέκικα στο Περιβόλι του Ουρανού και έδωσε μορφή στο blob της παρακμής που αυτοαναπαράγεται ως σήμερα στη δημόσια ζωή.
Τον Σαββόπουλο τον διασύραμε… οι πάντες. Πότε ο ένας, πότε ο άλλος. Επειδή «έγινε δεξιός». Επειδή βρίζει τους κωλοέλληνες. Επειδή καπνίζει πούρο. Επειδή… Ένας μακρύς κατάλογος από μικροπρεπείς ανοησίες, φθόνους, στρεψοδικίες κ.λπ. που καλύπτουν το εξής απλό: στην πυρά όποιος καλλιτέχνης δεν ανήκει στο κόμμα μας, όσο μεγάλος κι αν είναι.
Είναι φανερός αυτός ο νευρόσπαστος φανατισμός στο αντηχείο των σόσιαλ μίντια. Τα καημένα τα προβατάκια των κομμάτων κάνουν λάικ μόνο στους δικούς τους. Σε όποιον τους λέει γενικότητες, γλυκόλογα, τα ηθικολογικά κλισέ της στιγμής, σε όποιον υποδαυλίζει τους ψεκασμένους τρόμους τους – την αλήθεια τους παχνιού τους.
Πότε, επιτέλους, θα πούμε στους μεγάλους καλλιτέχνες μας Σ’ αγαπώ; Πρέπει να τους δούμε να σέρνονται, φτωχοί, ξεχασμένοι, πεθαμένοι, για να παραδεχτούμε τα δώρα που μας έδωσαν;
Νομίζετε ότι δόξαζαν τον Χατζιδάκι όσο ζούσε, με τον πάνδημο, ακομπλεξάριστο τρόπο που τον δοξάζουν σήμερα; Κάθε άλλο! Ελάχιστοι πολιτικοί αντίπαλοι, μικρών ποσοστών, του φέρθηκαν με την ανοιχτοσύνη που η Τέχνη του άξιζε (το ΚΚΕ του Φλωράκη, o Kύρκος και η «Αυγή» – καμία σχέση με τη σημερινή). Τα μεγάλα ποσοστά του ΠΑΣΟΚ και των Ελληναράδων τού είχαν κάνει τη ζωή μαρτύριο και τα τελευταία χρόνια του μελαγχολικά – από την ξεκούδουνη Μελίνα, που πρόδωσε τη φιλία τους, μέχρι τους τιποτένιους πολιτικούς που έτρεχαν τότε να τον κράξουν για να μην αποκλειστούν από το χοιροστάσιο του Κουρή.
Ούτε εγώ έχω χημεία με τον Σαββόπουλο in flesh. Σε αντίθεση με τον Μάνο Χατζιδάκι, που ήταν σαν ποτάμι, από χάρη, τρυφερότητα, χιούμορ και χειροπιαστή ποίηση, ο Σαββόπουλος έχει αγκάθια – και πώς να μην έχει; Ποιος τρώει άκυρο από τη γιορτή που λένε τα τραγούδια του και δεν φυλάγεται, δεν κλείνεται στον εαυτό του; Στο μικρό, κακόψυχο χωριό που ζούμε αυτό εκλαμβάνεται ως ακαταδεξιά, ενώ είναι πίκρα. Είναι κι αυτό μια νέα γελοιότητα: οι καλλιτέχνες να κρίνονται από την επικοινωνιακή τους χάρη (τι να ’λεγε κι ο Ντίλαν!).
Πότε, επιτέλους, θα πούμε στους μεγάλους καλλιτέχνες μαςΣ’ αγαπώ;Πρέπει να τους δούμε να σέρνονται, φτωχοί, ξεχασμένοι, πεθαμένοι, για να παραδεχτούμε τα δώρα που μας έδωσαν; Πότε θα τους πούμεΕυχαριστώ;Γιατί ξεχνάμε τόσο επίμονα ότι με την τέχνη τους είδαμε αλλιώς το φως να πέφτει στο δωμάτιο όπου είμαστε μόνοι; Πότε θα θυμηθούμε ότι στο τραγούδι τους βρήκε τα λόγια του ο πρώτος, τραυλός μας έρωτας; Ότι πήραμε ένα βράδυ τους δρόμους για την Ευρώπη, ενθουσιασμένοι από έναν στίχο τους – είπα ενθουσιασμένοι, όχι φανατισμένοι.
Και μέχρι πότε, επιτέλους, κάτι τόσο πλατύ, όσο η ποίηση, θα το ζυγίζουμε με τα κίβδηλα, πειραγμένα μέτρα των κομμάτων – κομμάτων εμφυλιοπολεμικών και εν πολλοίς τυχοδιωκτικών;
Και μέχρι πότε οι καλλιτέχνες της μιας μεριάς θα βλέπουν με χαιρεκακία και τσιφουτιά το λιντσάρισμα των καλλιτεχνών της άλλης; Σωπαίνοντας συνένοχα ή υποδαυλίζοντας τις παρεξηγήσεις, εν γνώσει τους ότι είναι παρεξηγήσεις; Σέρνοντας τον χορό της στενοκαρδίας στους κουτσομπόλικους, χολεριασμένους τοίχους τους; Επειδή «δεν είναι δικός μας»!
Όλο αυτό είναι άρρωστο. Και πρέπει να σταματήσει. Στο τεύχος της LiFO που κυκλοφορεί υπάρχει μια συνέντευξή μου με τον Σαββόπουλο, όπου για πρώτη φορά δεν κατέφυγα στα συνήθη στημένα και τον ρώτησα δυο-τρία πράγματα από την καρδιά μου, του εξέφρασα τον πιο βαθύ μου θαυμασμό. Για να μην επαναληφθεί το λάθος με τον Χατζιδάκι.
Ήξερα ότι αυτός ο άνθρωπος με το διερευνητικό, ανήσυχο βλέμμα, τη συσπειρωμένη στάση, τον αέρα αντιπάθειας που τον τυλίγει, θα ανοίξει κι αυτός σαν τριαντάφυλλο στην αγάπη. Και θα δείξει τον ασύλληπτο πλούτο της σκέψης του, τα γυμνά του αισθήματα, τη μεγάλη μαγεία του. Όπως έκανε χρόνια τώρα με την τέχνη του. Τον ευχαριστώ.
Ό,τι έγινε, έγινε. Ας προσέξουμε από δω και μπρος τους λίγους που απόμειναν και αξίζουν.