Γράφει ο Γιάννης Μπεθάνης
Tα σχολεία άνοιξαν ξανά και μαζί τους επανήλθε το καθημερινό άγχος της προετοιμασίας των παιδιών. Ειδικά για τα δημοτικά και τα νηπιαγωγεία, αλλά και τα γυμνάσια λιγότερο, ξεκίνησε πάλι η διαδικασία του ξυπνήματος, του πλυσίματος, του ντυσίματος, του πρωινού (στα όρθια) και όσα περισσότερα τα παιδιά στην οικογένεια, τόσο πιο αγχωτικός ο αγώνας δρόμου.
Μπορείτε να ρωτήσετε όποιον γονιό θέλετε. Κι αν είστε γονείς, δεν χρειάζεται, το ζείτε: Χίλιες φορές αυτό το πρωινό άγχος, παρά η λιμνάζουσα, στάσιμη, αποβλακωτική διαδικασία της τηλεκπαίδευσης. Τα ίδια τα παιδιά άλλωστε το δείχνουν με τη συμπεριφορά τους. Ξανά στα θρανία, πάλι με συμμαθητές και φίλους, παιχνίδι στο προαύλιο, αλληλεπίδραση, με ένα σαφές πρόγραμμα, οριοθετώντας τους χρόνους τους για το διάβασμα και το παιχνίδι μετά το σχολείο, τον ύπνο τους και το ξύπνημά τους σε πιο λογικές ώρες.
Περιττεύει και να το συζητάμε. Όσο κι αν κάποιοι σε παγκόσμιο και τοπικό επίπεδο να παλεύουν να μας πείσουν μέσα στα έκτακτα δεδομένα της πανδημίας ότι η τηλεκπαίδευση και η τηλεργασία θα μπορούσαν όχι μόνο να υποκαταστήσουν, αλλά να αντικαταστήσουν πολλές δια ζώσης διαδικασίες της ανθρώπινης ζωής, μάλλον ζουν σε… virtual reality.
Να μιλήσουμε για τις τηλεσυνεδριάσεις Δημοτικών και Περιφερειακών Συμβουλίων ή άλλων πολιτικών φορέων; Μια άχαρη, προβληματική, σχεδόν αντιδημοκρατική διαδικασία, μακριά από την αλληλεπίδραση των αιρετών και την ενεργή συμμετοχή των πολιτών, με προβλήματα στον διάλογο, με διακοπές σύνδεσης, με κακή ακουστική και λειψές συζητήσεις, ακόμη και για πολύ σοβαρά ζητήματα. Οι «διαδικτυακές ημερίδες», «σεμινάρια» και «συνέδρια»; Έχετε δει πόσοι τις παρακολουθούν σε ζωντανή ροή; Όσοι ηρωικοί αντέχουν ή «επιβάλλεται» να το κάνουν. Να μιλήσουμε για τις διαδικτυακές συναυλίες ή θεατρικές παραστάσεις; Ακόμη και οι ίδιοι οι καλλιτέχνες που τις κάνουν για να επιβιώσουν υπό τις συνθήκες της πανδημίας, θα ήθελαν να τις διαγράψουν από τη μνήμη τους για πάντα.
Κάνει φιέστα ο Ολυμπιακός με «εικονικά εισιτήρια». Ακόμη κι αν ο σκοπός τους είναι η ενίσχυση των ερασιτεχνικών του τμημάτων, δεν ακούγεται στην ουσία του τραγικό; «Εικονικά εισιτήρια» για ένα άδειο ψυχρό γήπεδο, δίχως τους φιλάθλους, την ψυχή των σπορ; Ή μήπως είναι λίγα τα επαγγέλματα, στα οποία η τηλεργασία, αποδεδειγμένα, δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη δια ζώσης παρουσία;
Η πανδημία και τα lockdown της δημιούργησαν μια τάση που υποστήριζε ότι η «νέα κανονικότητα» (όρος που σιγά σιγά εξαφανίζεται από το προσκήνιο) θα περιλαμβάνει περισσότερη οθόνη στις ζωές μας και λιγότερη ανθρώπινη επικοινωνία και αλληλεπίδραση. Η πραγματικότητα της ανθρώπινης φύσης τους διαψεύδει. Ο κόσμος διψά να πάει στην πλατεία, να βγει για καφέ ή φαγητό με παρέα, να συναντήσει τον/την σύντροφό του, να βρεθεί σε κάποιο σπίτι, να πιεί ένα ποτό και να χορέψει στο μπαρ, να δει ταινία στο σινεμά, να ζήσει την εμπειρία της συναυλίας του αγαπημένου του καλλιτέχνη από κοντά, να πανηγυρίσει στο γκολ, το καλάθι, τον πόντο της ομάδας του μέσα από το γήπεδο, να μπει στο αεροπλάνο ή το πλοίο για να γνωρίσει άλλους τόπους και ανθρώπους.
Όπως επιζητά να πάει στη δουλειά του, να δημιουργήσει εντός του εργασιακού του περιβάλλοντος κι όχι στον λαβύρινθο της τηλεργασίας στο σπίτι, με τα δυσδιάκριτα όρια σε σχέση με την οικογενειακή ζωή και τον ελεύθερο χρόνο του.
Η ψηφιακή επιτάχυνση είναι πολλά υποσχόμενη ως προς το «λύσιμο των χεριών» σε έκτακτες καταστάσεις όπως η πανδημία, όταν η απόσταση είναι αναγκαστικό δεδομένο, όταν «σπάει» τις γραφειοκρατικές αγκυλώσεις στις συναλλαγές με τον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα ή όταν προσφέρει ποιοτικές εναλλακτικές λύσεις στην ψυχαγωγία και διασκέδαση. Αλλά δεν μπορεί να αποτελέσει «νέα κανονικότητα». Όσο υπάρχουν άνθρωποι τουλάχιστον…