Η ταχύτητα και η ευκολία που προσφέρει η ψηφιακή τεχνολογία δεν αποθαρρύνει τους εραστές του βινυλίου και των φωτογραφικών μηχανών με φιλμ, οι οποίοι κάνουν λόγο για «μεγαλύτερο όγκο και σημασία» που προσφέρουν τα αναλογικά μέσα
Η γεωμετρικά αυξανόμενη αναβίωση της αναλογικής τεχνολογίας είναι φαινόμενο της τελευταίας δεκαπενταετίας. Από τους δίσκους βινυλίου έως τις κάμερες με φιλμ, όλες οι τεχνολογίες που η ψηφιακή τεχνολογία είχε τοποθετήσει στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας κάνουν θριαμβευτικό comeback.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, περίπου έξι εκατομμύρια δίσκοι βινυλίου αγοράστηκαν το 2023, σημειώνοντας αύξηση 11,7% σε σχέση με τις πωλήσεις του προηγούμενου έτους – και 16η συνεχή χρονιά αύξησης. Η επιστροφή του βινυλίου τροφοδοτεί και την αναβίωση των ανεξάρτητων δισκοπωλείων, με τους κεντρικούς δρόμους της Βρετανίας να έχουν τώρα κατά ένα τρίτο περισσότερα (περίπου 461 συνολικά) καταστήματα δίσκων από ό,τι πριν από μια δεκαετία.
Ρεπορτάζ του επιστημονικού ιστοτόπου The Conversation επισημαίνει ότι το στερεότυπο του ηλικιωμένου ακροατή που προτιμά δίσκους βινυλίου δεν ισχύει πια. Τα άλμπουμ της δημοφιλέστερης τραγουδίστριας της νέας γενιάς, Τέιλορ Σουίφτ, αντιπροσωπεύουν έναν από τους 15 δίσκους βινυλίου που πωλούνται πλέον στις ΗΠΑ – και είναι ο λόγος για τον οποίο δημιουργήθηκαν τεράστιες ουρές την «Ημέρα Δισκοπωλείου» στο Ηνωμένο Βασίλειο το 2023.
Σύγχρονοι μουσικοί, όπως η Λάνα Ντελ Ρέι, ο Τάιλερ και ο Κέντρικ Λαμάρ, πουλούν περισσότερα κομμάτια βινυλίου από το χέβι μέταλ συγκρότημα των βετεράνων Metallica, οι πωλήσεις των οποίων τους οδήγησαν να αγοράσουν το δικό τους εργοστάσιο πιεστηρίου για βινύλια, ώστε να εξασφαλίσουν ότι θα ανταποκριθούν στην τεράστια ζήτηση.
Το βινύλιο δεν είναι το μόνο προϊόν της μουσικής βιομηχανίας που γνωρίζει νέα άνθηση. Τα αναλογικά συνθεσάιζερ της δεκαετίας του 1970 και του 1980 γνωρίζουν μεγάλη ανάπτυξη, με αξιόπιστες μάρκες, όπως η Korg και η Moog, να κυκλοφορούν πιο φθηνά παλιότερα μοντέλα τους, τόσο για αρχάριους όσο και για επαγγελματίες μουσικούς. Αυτή τη στιγμή οι αναλογικές επιλογές είναι περισσότερες από όσες υπήρχαν στην ακμή της τεχνολογίας τους, στη δεκαετία του ’70.
Σε μια συνέντευξή του το 2011, ο Φιλ Οουκι, τραγουδιστής των Βρετανών Human League, έγινε ο πρώτος που μίλησε για μια «αναλογική αναβίωση», αλλά ελάχιστοι τον πίστεψαν τότε. Σήμερα, «αρχαίες» φωτογραφικές μηχανές, όπως η Lomo LC-A –που πρωτοκυκλοφόρησε στη Σοβιετική Ενωση το 1984 και σήμερα κατασκευάζεται στην Κίνα–, πικάπ με πλαστικές βελόνες που έχουν καταστρέψει δεκάδες δίσκους βινυλίου και αναλογικά συνθεσάιζερ έχουν πλημμυρίσει την αγορά.
Απαρχαιωμένες φωτογραφικές μηχανές της δεκαετίας του 1970 επιστρέφουν από νεαρούς χρήστες που λατρεύουν τους περιορισμούς και τις αδυναμίες τους (Shutterstock/Itsra Sanprasert)
Τον Δεκέμβριο του 2023, η εφημερίδα Observer χαρακτήρισε τα άλμπουμ βινυλίου –μαζί με μια αργά παρασκευασμένη μηχανή καφέ φίλτρου «με ρυθμό σταγόνας»– ως το «αντίδοτο σε έναν ξέφρενο ψηφιακό κόσμο». Νέοι άνθρωποι γυρίζουν την πλάτη στην ψηφιακή τεχνολογία και τα «πρότυπα τελειότητάς» της και πειραματίζονται με παλαιότερης τεχνολογίας κινητά τηλέφωνα και κάμερες με φιλμ – κάποιες εκ των οποίων είναι αντίκες από τον 19ο αιώνα.
Σύμφωνα με μια παγκόσμια έρευνα φωτογραφίας του 2018, λίγο λιγότερο από το ένα τέταρτο των ανθρώπων που φωτογραφίζουν σε φιλμ –συμπεριλαμβανομένων πολλών ηλικίας κάτω των 40 ετών– δεν είχαν χρησιμοποιήσει ποτέ αυτό το μέσο. Οι χρήστες του στρέφονται στο φιλμ όχι για λόγους νοσταλγίας, αλλά λόγω των «αισθητικών αξιών του» και της μεγαλύτερης αίσθησης δημιουργικού ελέγχου στις φωτογραφίες τους.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, και παρά την εξειδίκευση που προϋποθέτει, η αγορά κινηματογραφικής κάμερας αναπτύσσεται με γοργούς ρυθμούς. Ανταποκρινόμενες στις απαιτήσεις του κοινού, μάρκες φωτογραφικών μηχανών που θεωρούνταν μουσειακό είδος, όπως η Kodak, η Leica και η Polaroid, εμφανίζονται ξανά στην αγορά με νέα μοντέλα.
Η θρυλική εταιρεία κατασκευής στιγμιαίων φωτογραφικών μηχανών Polaroid διασώθηκε από τον Φλόριαν Καπς, έναν αυστριακό επιχειρηματία, του οποίου η οργάνωση, Impossible Project, αγόρασε το τελευταίο εργοστάσιό της στην Ολλανδία λίγες ημέρες πριν κατεβάσει ρολά. Το εργοστάσιο σώθηκε από την καταστροφή το 2008.
Από τη βάση του στο κέντρο της Βιέννης, το Impossible Project προσφέρει τώρα στους καταναλωτές μια πληθώρα αναλογικών προϊόντων – από πορτρέτα Polaroid μεγάλης κλίμακας μέχρι τοπικά χειροποίητα κρασιά, ακόμη και μαθήματα παρασκευής ψωμιού με προζύμι και χαρακτική τυπογραφία παλαιού τύπου.
Σε άλλους τομείς, το ενδιαφέρον για αναλογικά προϊόντα και τεχνολογίες αναβιώνουν σε μια σειρά κατηγοριών – από την ανάπτυξη των επιτραπέζιων παιχνιδιών μέχρι τη συγγραφή επιστολών και τα βιβλία. Μέλη της Ακαδημίας των Οσκαρ είναι προφανώς οπαδοί της αναλογικής φωτογραφίας, όπου τέσσερις από τις πέντε υποψηφιότητες καλύτερης διεύθυνσης φωτογραφίας στα φετινά βραβεία ήταν γυρισμένες σε φιλμ της Kodak – ανάμεσά τους και το «Poor Things» του Γιώργου Λάνθιμου.
Αν και η ψηφιακή δημιουργία ταινιών έχει ορισμένα σαφή πλεονεκτήματα έναντι της αναλογικής, ειδικά στη μεταπαραγωγή και τη διανομή, ο μεγαλύτερος μύθος είναι ότι είναι πιο οικονομική. Αυτό ισχύει μόνο στις περιπτώσεις σκηνοθετών που γυρίζουν άπειρες εκδοχές των πλάνων τους. Οι σημαντικότεροι δημιουργοί γνωρίζουν ακριβώς πόσα πλάνα χρειάζονται, γι’ αυτό προτιμούν πάντα το αναλογικό φιλμ – όπως ο Κρίστοφερ Νόλαν του «Οπενχάιμερ».
Η επιστροφή της κάμερας με φιλμ είναι γεγονός: τέσσερις στις πέντε υποψήφιες για καλύτερη φωτογραφία ταινίες στα φετινά Οσκαρ ήταν γυρισμένες σε φιλμ – ανάμεσά τους το «Οπενχάιμερ» και το «Poor Things» του Γιώργου Λάνθιμου (Shutterstock/Fer Gregory)
Η συντριπτική πλειονότητα των χρηστών αναλογικής τεχνολογίας δεν ανήκουν στην κατηγορία των φανατικών καθαρολόγων του είδους. Οι λάτρεις του βινυλίου χρησιμοποιούν για την καθημερινή τους ακρόαση το Spotify, οι διευθυντές φωτογραφίας χρησιμοποιούν τα κινητά τους για να τραβήξουν ένα γρήγορο βίντεο και οι φαν των αναλογικών συνθεσάιζερ έχουν συχνά ταμπλέτες γεμάτες από εφαρμογές για μοντάζ ήχων.
Ωστόσο, όταν τους ζητείται να συγκρίνουν τις αναλογικές με τις ψηφιακές εμπειρίες τους, μιλούν για «μεγαλύτερο όγκο και σημασία» που προσφέρουν τα αναλογικά μέσα. Ειδικά οι ακροατές βινυλίου ισχυρίζονται ότι μέσω αυτού αισθάνονται περισσότερο αφοσιωμένοι στη μουσική και αναπτύσσουν μια βαθύτερη εμπειρία με τους καλλιτέχνες.
Παρότι ο υποτιθέμενος πλουσιότερος ήχος του βινυλίου δεν αποδεικνύεται επιστημονικά, οι λάτρεις του επιμένουν. Επισημαίνουν, παράλληλα, ότι απολαμβάνουν ακόμα και τις αντικειμενικές ατέλειές του, όπως τα σκρατς του δίσκου που περνούν από τη βελόνα – ακόμα και τον βόμβο της ηχογράφησης που αποτυπώνεται στην εκτύπωσή του.
Ο αναλογικός εξοπλισμός στη μουσική, στο σινεμά και στη φωτογραφία δημιουργεί «ευτυχή ατυχήματα» λόγω της περιοριστικής αναλογικής τεχνολογίας, τα οποία όμως μπορούν να οδηγήσουν σε δημιουργικές εμπνεύσεις. Ο όρος χρησιμοποιείται ευρέως στην ηλεκτρονική ποπ μουσική και αναφέρεται σε απροσδόκητα ή απρογραμμάτιστα αποτελέσματα του αναλογικού εξοπλισμού – όπως ο παράφωνος ήχος του παλιού συνθεσάιζερ στην επιτυχία της δεκαετίας του 1980 «Tainted Love» των Βρετανών Soft Cell.
Η αναβίωση της φωτογραφίας βασισμένης στο φιλμ καθοδηγείται εν μέρει από αντίστοιχες ευαισθησίες. Οι φανατικοί οπαδοί της μιλούν συχνά για τη «χαρά των διαρροών φωτός» που χαρακτηρίζει φθηνές πλαστικές φωτογραφικές μηχανές κινεζικής και σοβιετικής κατασκευής, δημιουργώντας διαφόρων ειδών ενδιαφέροντα οπτικά αποτελέσματα.
Στη διάρκεια μιας δεκαετούς έρευνας που ολοκληρώθηκε φέτος, οι εξηγήσεις για την αναβίωση της αναλογικής τεχνολογίας έχουν μετατοπιστεί από τη νοσταλγία προς μια επιθυμία για κάτι φυσικό σε μια ψηφιακή εποχή, και τελικά στην αίσθηση ότι η αναλογική τεχνολογία είναι δημιουργικά προτιμότερη. Η ιδέα ότι η εργασία εντός συγκεκριμένων ορίων και η ανάγκη να τα ξεπεράσεις είναι ευεργετική για τη δημιουργία τέχνης γίνεται πλέον αποδεκτή σε πολλούς δημιουργικούς τομείς.