Σήμερα η Τουρκία δανείζεται για την αναχρηματοδότηση του χρέους της με επιτόκια για περίοδο 10ετων της τάξεως του 13.17%. Δηλαδή μιλούμε για απαγορευτικό κόστος. Ανάλογο κόστος χρήματος έχουν κράτη όπως η Ουγκάντα ,η Κένυα ,η Αίγυπτος ενώ ακόμη και η Σρί Λάνγκα δανείζεται με επιτόκιο 10,27%. Με τέτοιο κόστος χρήματος όσο και ευφάνταστος να είναι κάποιος πρόεδρος δεν μπορεί να περιμένει ότι η χώρα του μπορεί να μετεξελιχθεί σε περιφερειακή δύναμη.
Η οικονομία της Τουρκίας είναι πήλινη και αναλογικά πήλινος είναι και ο Πρόεδρος της παρά την μεγαλομανία του να εξελιχθεί σε ΄Σουλτάνο΄.
Άρθρο του Σαράντου Λέκκα
Μπορεί από μια μερίδα των μέσων μαζικής επικοινωνίας να γίνεται προσπάθεια να παρουσιαστεί η στρατιωτική μηχανή της Τουρκίας ως μηχανή με τεράστιες δυνατότητες και μάλιστα με ευχέρεια σε πολλαπλά μέτωπα όμως η πραγματικότητα είναι διαφορετική .
Παρότι ο Ερντογάν προσπαθεί να φαίνεται η Τουρκία ως μια από τις μεγαλύτερες περιφερειακές δυνάμεις και να προκαλεί τα όμορα κράτη ή να δημιουργεί τετελεσμένα σχετικά με το ενεργειακό status της νοτιοανατολικής μεσογείου, υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ της προσπάθειας του ‘φαίνεσθαι’ και της ‘δυναμικής’ που πράγματι μπορεί να υπάρξει εάν λάβουμε υπόψη τα πραγματικά δεδομένα.
Η Τουρκία δεν μπορεί με βάση τα οικονομικά της δεδομένα να στηρίξει το αναγκαίο υπόβαθρο μια δύναμης που να έχει περιφερειακά χαρακτηριστικά όπως θέλει να τα παρουσιάζει ο Ερντογάν.
Η Τουρκία δεν έχει παρά τους μεγαλοϊδεατισμούς του Προέδρου της χαρακτηριστικά περιφερειακής υπερδύναμης γιατί αυτό προϋποθέτει πριν από όλα ισχυρή οικονομία .
Εάν κοιτάξουμε ιστορικά τις κατά καιρούς εμφανιζόμενες υπερδυνάμεις, είτε σε παγκόσμιο επίπεδο , είτε σε περιφερειακό έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό .
Πίσω τους βρίσκονταν ισχυρότατες οικονομίες , με μεγάλο βάθος σε πρώτες ύλες , πολυπληθές εργατικό δυναμικό που προέρχονταν είτε από κατακτήσεις άλλων χωρών μετά από πολεμικές επιχειρήσεις , είτε μέσω αποικιών , ισχυρές δομές παραγωγής , πολλαπλές εμπορικές συμφωνίες , ανταγωνιστικές εγχώριες επιχειρήσεις , πλεονάσματα στο εμπορικό τους ισοζύγιο και κυρίως ισχυρότατο νόμισμα που σε πλείστες των περιπτώσεων ήταν και το αποθεματικό της συγκεκριμένης περιόδου.
Ειδικά το νόμισμα ήταν το έμβλημα της πολιτικής , οικονομικής και στρατιωτικής επικυριαρχίας .
Την περίοδο της ακμής δεν αμφισβητούνταν από κανένα , ενώ σημείο παρακμής και ουσιαστικής σταδιακής αποκαθήλωσης της υπερδύναμης ήταν η νόθευση του παλαιότερα , ή και η υποτίμηση του κατά τους νεότερους χρόνους.
Δεν νοείται υπερδύναμη , παγκόσμια ή περιφερειακή , χωρίς ισχυρό νόμισμα και ισχυρή οικονομία.
Με βάση αυτά τα δεδομένα η Τουρκία δεν μπορεί να είναι και ούτε πρόκειται να γίνει στο ορατό μέλλον υπερδύναμη όπως την οραματίζεται ο πρόεδρος της εφόσον δεν πληρεί τους βασικούς κανόνες ισχύος.
Εάν δούμε το νόμισμα της , την λίρα , η συνεχής διολίσθηση της είναι αποτέλεσμα της έλλειψης εμπιστοσύνης του διεθνούς κεφαλαίου και φυσικά της αδυναμίας της τουρκικής οικονομίας τόσο σε επίπεδο παραγωγής όσο και σε επίπεδο αντιμετώπισης των δομικών της προβλημάτων .
Το νόμισμα παραπαίει.
Και δεν παραπαίει μόνο κατά την τρέχουσα συγκυρία αλλά καθόλη την τελευταία 5ετια αφού από τα επίπεδα των 2,80 τουρκικών λιρών που καταγράφονταν η ισοτιμία με το ευρώ τον Φεβρουάριο του 2015 σήμερα 5 χρόνια μετά καταγράφεται στα επίπεδα των 6,637 λιρών .
Ομιλούμε επομένως για μια υποτίμηση της τάξεως του 57,76%.
Η τάση θέλει την υποχώρηση να συνεχίζεται και να προσεγγίζει το ιστορικό ρεκόρ της πενταετίας που καταγράφηκε στις 12 Αυγούστου του 2018 όταν έφθασε το ένα ευρώ να αντικρίζεται με 7,89 λίρες.
H ΙΣΟΤΙΜΙΑ ΕΥΡΩ –ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΛΙΡΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ 2015-2020
Και όλα αυτά παρά το γεγονός των καθημερινών παρεμβάσεων των κρατικών τουρκικών τραπεζών για την στήριξη της λίρας μέσω πωλήσεων συναλλάγματος και αγοράς λιρών .
Στις παρεμβάσεις αυτές θα πρέπει να προστεθεί και ο περιορισμός των συναλλαγών swaps και παραγώγων μεταξύ των εγχώριων και ξένων τραπεζών που επιβλήθηκε άνωθεν ως μέσο στήριξης του νομίσματος .
Αρνητική επίδραση στην ελκυστικότητα του νομίσματος η συρρίκνωση του βασικού επιτοκίου δανεισμού, που καθορίζει διοικητικά η κεντρική τράπεζα των Τουρκίας, από τα επίπεδα του 24% που καταγράφονταν τον Ιούλιο του 2019 ,μετα από έξι πτωτικές κινήσεις, στα σημερινά επίπεδα του 10,75% .
Αντιφατική πολιτική εάν κρίνουμε από τις παρεμβάσεις στην αγορά συναλλάγματος , όμως πολιτική δέσμια της εκτελεστικής εξουσίας και του λαικού προφίλ του Προέδρου Ερντογάν ο οποίος στην ουσία επέβαλε την μείωση των επιτοκίων στα πλαίσια της δημιουργίας ψευδαισθήσεων ότι η οικονομία πηγαίνει καλά .
Με την μείωση των επιτοκίων ήθελε να δοθεί η αναγκαία καύσιμη ύλη για την εσωτερική αφύπνιση των επενδύσεων πλην όμως το διεθνές κεφάλαιο διαπίστωσε ότι η μείωση των επιτοκίων δεν καλύπτει το επενδυτικό ρίσκο της χώρας με αποτέλεσμα την φυγή και τις εκροές που καταγράφονται
Οι πωλήσεις τουρκικών κρατικών ομολόγων το τελεύταιο 12μηνο έφθασαν τα 3 δις $ ποσό ιδιαίτερα μεγάλο .
Σήμερα η Τουρκία δανείζεται για την αναχρηματοδότηση του χρέους της με επιτόκια για περίοδο 10ετων της τάξεως του 13.17%.
Δηλαδή μιλούμε για απαγορευτικό κόστος.
Ανάλογο κόστος χρήματος έχουν κράτη όπως η Ουγκάντα ,η Κένυα ,η Αίγυπτος ενώ ακόμη και η Σρί Λάνγκα δανείζεται με επιτόκιο 10,27%.
Με τέτοιο κόστος χρήματος όσο και ευφάνταστος να είναι κάποιος πρόεδρος δεν μπορεί να περιμένει ότι η χώρα του μπορεί να μετεξελιχθεί σε περιφερειακή δύναμη .
Η οικονομία της Τουρκίας είναι πήλινη και αναλογικά πήλινος είναι και ο Πρόεδρος της παρά την μεγαλομανία του να εξελιχθεί σε ΄Σουλτάνο΄.
ΛΕΚΚΑΣ ΣΑΡΑΝΤΟΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ