11 Ιουλίου 2019

Πέρα από την… Ελλάδα!

Του Βασίλη Σκουντή

Η Εθνική Εφήβων απέτυχε άνευ επαίνων στο Παγκόσμιο Κύπελλο και ο Βασίλης Σκουντής αναζητεί τον μίτο της Αριάδνης για την έξοδο από τον Λαβύρινθο. Επί ματαίω ή όχι, θα δείξει…
Η ταινία που γύρισε το 1961 ο Αλέκος Σακελλάριος με πρωταγωνιστές τον Δημήτρη Χορν και τη Μάρω Κοντού λεγόταν «Αλίμονο στους νέους» και μετά από 58 χρόνια γυρίστηκε το remake της στο Ηράκλειο.

Αλίμονο στους Έφηβους!

Ελπίζω να μη μου κακιώσει ο δόλιος ο Γιάννης ο Καστρίτης γι’ αυτό τον πρόλογο. Ελπίζω επίσης να μη μου κακιώσει ούτε ο Γιώργος Λημνιάτης, εάν υποψιαστεί ότι κρατάω κάβα τον ορίτζιναλ τίτλο για το Ευρωμπάσκετ Νέων, που αρχίζει το Σάββατο στο Τελ Αβίβ!

Αυτά είναι λογοπαίγνια, που ωστόσο δεν ελαφρύνουν τους ώμους των Εφήβων, του προπονητή και κάθε άλλου (υπό οποιανδήποτε ιδιότητα) εμπλεκόμενου στο φιάσκο της Εθνικής ομάδας κάτω των 19 ετών.

Ένα φιάσκο που μπορεί να μην ήταν ακριβώς αναμενόμενο, αλλά μόνο και μόνο οι δηλώσεις και οι χαμηλοί τόνοι τους οποίους εξ αρχής κράτησαν οι παίκτες και ο Καστρίτης φανέρωναν τον χαμηλό πήχη της ομάδας.

Γιατί να το κρύψωμεν άλλωστε, όπως έλεγε και ο συχωρεμένος ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: εάν δεν ήταν… χουβαρντάς ο (Περιφερειάρχης Κρήτης) Σταύρος Αρναουτάκης, εάν δεν του κόλλαγε ο Μπάμπης Μαρκάκης και εάν δεν μεριμνούσε σε διπλωματικό επίπεδο ο Γιώργος Βασιλακόπουλος, δεν θα βλέπαμε ούτε ζωγραφιστό αυτό το Παγκόσμιο Κύπελλο.

Ούτε θα διεξαγόταν στην Ελλάδα, ούτε θα αγωνιζόταν η ελληνική ομάδα που συμμετείχε ως οικοδέσποινα!

Αμ το άλλο; Δεν θα βλέπαμε από κοντά και αυτή την υπέροχη ομάδα του Μάλι, που –μιας και κινούμαι από την αρχή σ κινηματογραφικό mood- πήρε το όγδοο Οσκαρ της ταινίας που είχε γυρίσει ο Σίντνεϊ Πόλακ το 1985.

Η ταινία «Out of Africa» σάρωσε με επτά χρυσά αγαλματίδια και η μπασκετική εκδοχή της, προς χάριν της πρώτης αφρικανικής ομάδας η οποία ανέβηκε στο βάθρο μιας διοργάνωσης παγκοσμίου βεληνεκούς, πρόσθεσε άλλο ένα το βράδυ της Κυριακής.

Το Μάλι (που ως επί το πλείστον το ξέραμε από τη σχολική γεωγραφία και από μερικούς ποδοσφαιριστές) είχε κατακτήσει ένα χάλκινο μετάλλιο στους Παναφρικανικούς Αγώνες το 1972 και από εκεί και πέρα ούτε φωνή, ούτε ακρόαση!

Η Αφρική (πάνω στην οποία εστιάζουν σε μεγάλο βαθμό πλέον το ΝΒΑ και η FIBA) δεν είναι πλέον πτωχός συγγενής στο παγκόσμιο μπάσκετ: δεν ξέρω εάν το ασημένιο μετάλλιο του Μάλι φιναλίστ του Μουντομπάσκετ Εφήβων αποτελέσει το ξυπνητήρι για να αφυπνισθεί ο κοιμώμενος γίγας, σίγουρα πάντως η «μαύρη ήπειρος» έχει εδώ και κάμποσα χρόνια ένα αναγνωρίσιμο στίγμα στο παγκόσμιο καλαθοσφαιρικό γίγνεσθαι…

Αναφέρομαι ατομικά σε παίκτες και όχι σε ομάδες, αλλά να που το Μάλι κατάφερε να γίνει η εξαίρεση στον κανόνα!

Μιας και το ‘φερε η κουβέντα στους λεγάμενους εκτός από τους ποδοσφαιριστές (βλέπε Σιντιμπέ, Ντιαβαρά, Κουλιμπαλί, Μπαγκαγιόκο, Κεϊτά, Ντιακιτέ, Γιαταμπαρέ), από την Ελλάδα έχουν περάσει και μερικοί μπασκετμπολίστες που προέρχονται από το πάλαι ποτέ καλούμενο Γαλλικό Σουδάν…

Δυο από αυτούς είναι αδέρφια και έπαιξαν με διαφορά μιας δεκαετίας στην ΑΕΚ: ο Αμάρα Σι τη σεζόν 2007-08 και ο Μπάντζα Σι πρόπερσι.

Στα καθ’ ημάς, πάλι, τα αναθέματα πέφτουν σύννεφο τις τελευταίες μέρες. Κατά πάντων, μηδενός εξαιρουμένου: στους παίκτες, στους προπονητές, στα σωματεία, στις ακαδημίες, στους γονείς, στους ατζέντηδες, στην ομοσπονδία και πάει λέγοντας.

Φταίμε κι εμείς, φταίτε κι εσείς, φταίει κι ο Χατζηπετρής, το δίχως άλλο!

Πριν από πολλά χρόνια είχα δει σε μια θεατρική παράσταση το «Αυγό» του Φελισιάν Μαρσό με τον Νικήτα Τσακίρογλου στο ρόλο του Μαγκί, που σε μια από τις ατάκες του έλεγε «φταίει το σύστημα»!

Ε αυτό ακριβώς συμβαίνει και στην προκειμένη μπασκετική περίπτωση: φταίει το σύστημα που πάντως δεν είναι ούτε ανώνυμο, ούτε ορφανό, ούτε γενικόλογο και αφηρημένο…

Φταίει-απ’ ό,τι υποστηρίζουν οι ειδικοί-το σύστημα με το οποίο δουλεύει τα τελευταία χρόνια το ελληνικό μπάσκετ σε επίπεδο φυτωρίων, ακαδημιών και γενικότερα στο πεδίο της ανάπτυξης των νεοσσών. Προφανώς δεν μπορούμε να παράγουμε διαρκώς ταλαντούχους και παίκτες με μεγάλες προδιαγραφές, αλλά κι αυτούς (φοβάμαι πως) τους χαραμίζουμε!

Με αφορμή την αποτυχία της Εθνικής Εφήβων, αυτή η κουβέντα δεν άνοιξε απλώς για άλλη μια φορά, αλλά άναψε για τα καλά: δεν ξέρω εάν όλη αυτή η φασαρία μας βγει επ’ ωφελεία, αλλά το εύχομαι ολόψυχα μπας και αναστραφεί το κλίμα που υφίσταται και μπορέσουμε να ξαναβρούμε τη σωστή στράτα και την κανονική περπατησιά μας.

Ακόμη και ο… σκύλος μου (που άλλωστε λέγεται Ζήσης) ξέρει σε ποιο τριπάκι έχει μπει πια το μπάσκετ σε ολόκληρη την οικουμένη, ποιοι είναι οι βασικοί άξονες του και ποια τα εκ των ων ουκ άνευ προαπαιτούμενα του.

Αθλητικά προσόντα, τελεία και παύλα!

Εκεί υστερούμε, διότι δεν είμαστε ούτε Αμερικανοί, ούτε Αφρικανοί και για κάμποσα χρόνια, προτού επικρατήσει κιόλας αυτό το ρεύμα, τη σκαπουλάραμε χάρη στο συσσωρευμένο ταλέντο, στην έξυπνη διαχείριση, στην ομαδικότητα, στη σωστή προπονητική κατεύθυνση και σε αυτό που ο Αργύρης Πεδουλάκης αποκάλεσε «σκεπτόμενο μπάσκετ».

Δεν γίνεται όμως, βρε αδερφέ, να καμουφλάρουμε εσαεί τις αδυναμίες και τις ελλείψεις μας και να παριστάνουμε τους φακίρηδες, χώρια που μας παίρνουν χαμπάρι και μας αλλάζουν τον… αδόξαστο, όπως συνέβη τις προάλλες, στο ματς με τη Γαλλία!

Υπάρχουν βαρυσήμαντα συστατικά στοιχεία στο σύγχρονο παιχνίδι στα οποία υστερούμε ή δεν τους δίνουμε έμφαση: το strength and conditioning, η εκμάθηση και η εφαρμογή των βασικών (τα fundamentals για τα οποία ωρύονταν από παλιά ο Ματθαίου, ο Χολέβας, ο Ροδόπουλος και όλοι οι προπονητές), τα close out στην άμυνα και στην επίθεση και η λεγόμενη «τριπλή απειλή», για την οποία μου ζάλισε τον έρωτα και με έπρηξε πριν από λίγη ώρα, ο Χρήστος Μαργέλης!

Δεν τα κοτσάρω ως δικά μου, θα ήταν αντιδεοντολογικό και άδικο προς αυτόν και προς κάθε άλλον, που εκπέμπει στο ίδιο μήκος κύματος, γι αυτό λοιπόν αραδιάζω το σκεπτικό του και πάσα αντίρρησις δεκτή!

Τι σημαίνει λοιπόν τριπλή απειλή και γιατί εμείς της κάνουμε εκπτώσεις; Ιδού η εμπεριστατωμένη άποψη του Μαργέλη…

« Οι Αμερικανοί δίδαξαν πρώτοι και σχεδόν όλος ο κόσμος εφαρμόζει το λεγόμενο triple threat position. Τι σημαίνει αυτό; Με το που παίρνει ένας παίκτης την μπάλα, οι επιλογές του πρέπει να είναι τρεις: είτε να πασάρει, είτε να ντριμπλάρει, είτε να σουτάρει. Ε, λοιπόν, εμείς στην Ελλάδα έχουμε καταργήσει ουσιαστικά το τρίτο σκέλος και επιμένουμε ως επί το πλείστον να παίζουμε με τη διπλή απειλή: της πάσας -για την οποία μαλλιάζει νυχθημερόν η γλώσσα των προπονητών και στο αγαθό της οποίας προσηλυτίζουν τους παίκτες- και της ντρίμπλας. Για το σουτ, αγρόν αγοράζουμε».
Δεν έχει άδικο ο άλλοτε παίκτης του Ολυμπιακού, του Μίλωνα, του Πειραϊκού, του Αμαρουσίου, του Πανελληνίου, του Αλίμου του Πανελευσινιακού και του Ρεθύμνου, χώρια η αμερικανική εμπειρία του στο Clarke Central High School και στο Hartwick College.

Οι παίκτες στο ελληνικό μπάσκετ εκπαιδεύονται, ανατρέφονται και μεγαλώνουν με κάμποσες εμμονικές ιδέες και αγκυλώσεις: να πασάρουν διαρκώς στο πλαίσιο ενός αέναου passing game, να μη βλέπουν το καλάθι και να μην έχουν το σουτ ως ισότιμη επιλογή και ως βασικό εργαλείο (παρά μόνο όταν μηδενίζεται ο χρόνος), να αποφεύγουν, όπως ο διάολος το λιβάνι, τις φάσεις «ένας εναντίον ενός» και να μην εννοούν να ξεκολλήσουν από το pick n’ roll, κυρίως από το pick!

«Εχουμε μπει στο τριπάκι του ασταμάτητου pick γι’ αυτό κιόλας χάθηκαν ή σπανίζουν τα …σερνικά 1on1 » επιμένει ο Μαργέλης που μου άνοιξε κουβέντα για το έλλειμμα των signature moves στο σύγχρονο ελληνικό μπάσκετ…

Τι εννοεί; Ιδού η εξήγηση του: «Ο Γκάλης έκανε τις μπούκες στεκόταν στον αέρα, έκανε προσποίηση με τη λογική του Ματθαίου «αλλού μπανίζω και αλλού φουρνίζω» και τελείωνε τις φάσεις με το ψιλοκρεμαστό jump shot. Ο Γιαννάκης είχε τις σταυρωτές-ψαλίδι και το χειρόφρενο στο τρίποντο. Ο Παπαλουκάς τη μισή reverse. Ο Διαμαντίδης την αλλαγή κατεύθυνσης και το ποστάρισμα, όπως και ο Θοδωρής για να δίνουν στους αντιπάλους το τυράκι στη φάκα και να εξελίξουν αυτή την τεχνοτροπία σε σήμα κατατεθέν του ελληνικού μπάσκετ, καθότι υπό προϋποθέσεις εξασφαλίζει αριθμητικό πλεονέκτημα στις επιθέσεις απέναντι σε οργανωμένη άμυνα. Ο Σπανούλης έχει το step back, ο Λάζος τις χορευτικές κινήσεις στο low post και πάει λέγοντας. Τώρα ο Αντετοκούνμπο δεν είναι απλώς ένας παίκτης που καρφώνει σαν τρελός, αλλά έχει ως σήμα κατατεθέν στις κινήσεις του το αφοπλιστικό spin μέσα στη ρακέτα».

Συμφωνώ, τι άλλο να πω; Συμφωνώ και επαυξάνω. Όντως φαινόμαστε χαμένοι στη μετάφραση και εγκλωβισμένοι στο κάθε λογής σύστημα, που εάν δεν απαγορεύει δια ροπάλου, σίγουρα πάντως δεν ενθαρρύνει την ατομική πρωτοβουλία.

Την ίδια στιγμή ο τρόπος με τον οποίο εκτυλίσσονται τα παιδικά και εφηβικά πρωταθλήματα δεν επιτρέπουν στους νεαρούς παίκτες να αναπτύξουν τις δεξιότητες και να βελτιώσουν τα αθλητικά προσόντα τους, χώρια που οι ακαδημίες νοιάζονται περισσότερο για τα… κεφάλια και τα αντίστοιχα πενηντάρικα!