Διαβάζω, ακούω και βλέπω στις ειδήσεις της εορταστικής περιόδου πως στη διάρκεια της χρονιάς που φεύγει οι πιο πλούσιοι άνθρωποι του κόσμου έγιναν πλουσιότεροι κατά ένα ιλιγγιώδες ποσό. Την ίδια στιγμή, εμφανίζονται αποστομωτικές εικόνες υποσιτισμένων παιδιών, ανθρώπων που λιμοκτονούν, πλάνα προσφύγων και μεταναστών που θαλασσοπνίγονται για μια φιλόξενη στεριά, ουρές ανέργων και αστέγων που παλεύουν να επιβιώσουν σε μια πραγματικότητα «ανθρωποφαγική» και ταυτόχρονα «ανθρωποεμετική» που δημιουργεί η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση.
Μας θυμίζουν πως ο σύγχρονος κόσμος γίνεται ολοένα πιο ακραία άνισος, βάναυσα διχασμένος και αδιάφορα σκληρός. Χωρίς δεύτερη σκέψη έρχεται στο μυαλό μου η προβληματική που ανέπτυξε ο Πολωνός κοινωνιολόγος Zygmunt Bauman. Αναφέρεται στην επικράτηση μιας παγκόσμιας «ρευστής πραγματικότητας», εστιάζοντας το ενδιαφέρον του σε εκείνες τις «ευπαθείς ομάδες» που το κυρίαρχο παγκόσμιο σύστημα εκτοπίζει στις «κοινωνικές χωματερές» των μητροπολιτικών κέντρων, αλλά και των «περιφερειακών ζωνών» του ύστερου καπιταλισμού.
Οι παρίες, οι homeless, οι outsiders, οι ξεριζωμένοι, οι νεόπτωχοι, οι σύγχρονοι πλάνητες μετατρέπονται σε σκουπίδια μιας ρευστής και αδιαχώρητης πραγματικότητας, όπου η αξία της έννοιας «άνθρωπος» εκφυλίζεται καθημερινά σε στατιστικούς δείκτες, λογιστικές αριθμητικές, περικοπές δημόσιων και κοινωνικών δαπανών. Παράλληλα, έννοιες και αξιακές παρακαταθήκες, όπως κοινωνική αλληλεγγύη, κοινωνική συνοχή, ισότητα, ελευθερία, δικαιοσύνη, ισονομία φαντάζουν πια παρωχημένες, ακόμα και ιδεολογικά ύποπτες, αφού σηματοδοτούν αφηγήσεις ενός παρελθόντος κόσμου, που καλό είναι να τον ξεχάσουμε.
Η ηγεμονία της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης
Η «αξιολογικά ουδέτερη» αναπαράσταση των δύο ακραίων όψεων μιας παγκόσμιας πραγματικότητας συμβαδίζει με το συστημικό αφήγημα περί φυσικής νομοτέλειας της ανισότητας. Ταυτίζεται εσκεμμένα με τις θεωρίες περί ανεμπόδιστης και ελεύθερης ανάπτυξης του ατόμου -άρα και του υπέρμετρου πλούτου- σε ένα ρευστό τοπίο που θεοποιεί την κινητικότητα και την δήθεν ελευθερία των επιλογών.
Η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση ως ηγεμονεύουσα ιδεολογική, αλλά και κοινωνική-οικονομική σταθερά, υπερθεματίζει διαρκώς την απρόσκοπτη ανάπτυξη του πλούτου. Υποτίθεται ότι ο καθένας μας μπορεί να βρεθεί στη θέση π.χ του Jeff Bezos (ιδιοκτήτης της Αmazon και ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους στον κόσμο) ή κάποιου άλλου μεγιστάνα. Τι νόημα θα είχε, άλλωστε, η επίκληση της ελευθερίας αν δεν προστάτευε και την ανεμπόδιστη ανάπτυξη του υπέρμετρου και χωρίς όρια πλούτου; Έχουμε, όμως, όλοι τις ίδιες ευκαιρίες για ανάπτυξη τέτοιων δυνατοτήτων;
Η «ελευθερία των επιλογών», «η ευελιξία των κινήσεων», «η κινητικότητα των κεφαλαίων, των εμπορευμάτων, των υπηρεσιών, των προσώπων…» αποτελούν κοινό κτήμα της ανθρωπότητας, ή μετατρέπονται σταδιακά σε προκλητικό προνόμιο των «ειδικών», των λίγων και των ελαχίστων; Η κινητικότητα παντός είδους θεμελιώνεται ως ελεύθερο δικαίωμα και επιλογή σε μια «ανοικτή κοινωνία», ή μετατρέπεται εν τέλει σε βίαιο καταναγκασμό εκείνων που εξωθούνται στη φτώχεια, την περιθωριοποίηση και τον κοινωνικό αποκλεισμό;
Είναι σαφές πως για την πρόσληψη και κατανόηση της ανισότητας ως φυσικού, ακόμη και εκ γενετής φαινομένου, φροντίζουν οι ανά τον κόσμο συστημικοί «κήνσορες και θεράποντες». Αυτοί επιδίδονται στη προβολή μιας πραγματικότητας που υπόσχεται τα πάντα, αλλά στην πράξη αποδεικνύεται «εγκόσμιος παράδεισος» για ολοένα και λιγότερους.
Η ανισότητα σαν «νομοτέλεια»
Υπό μία έννοια, μέσω της «αμερόληπτης» προβολής των δύο ακραίων αυτών όψεων της πραγματικότητας, ως «φυσικών εκδοχών» του μάταιου τούτου κόσμου, ο ανορθολογισμός των τεράστιων χασμάτων σταδιακά «φυσικοποιείται», γίνεται σιωπηλό βίωμα μιας καθημερινής εσωτερίκευσης, μετατρέπεται σε μόρφωμα μιας «ακλόνητης» νομοτέλειας. Για τις πλατιές και «αβαθείς μάζες» των μεταβιομηχανικών κοινωνιών μετεξελίσσεται σταδιακά σε συνείδηση μιας καταφατικής στάσης απέναντι στο συνεχές της άγριας και κυνικής ανισότητας. Συνέπεια είναι η βύθιση σε ένα «αυτιστικό Εμείς» που παρακολουθεί παθητικά τις εξελίξεις.
Κατά τη γνώμη του γράφοντος, οι ειδήσεις για την αύξηση του πλούτου των ήδη πλουσίων, αλλά και την εξαθλίωση ή το ανθρώπινο δράμα των κατατρεγμένων, εκτός των πολλών ερμηνειών που μπορούν να έχουν, επιβεβαιώνουν ένα απλό συμπέρασμα: η ακραία και κυνική ανισότητα, ως παγκόσμια κοινωνική κατασκευή, παραμένει ηγεμονεύουσα και κυρίαρχη.
Στις μέρες μας, περισσότερο από ποτέ, οι πολιτικές και κοινωνικές συλλογικότητες οφείλουν να αναστοχαστούν, όχι μονομερώς πάνω στην κοινωνιολογική ή φιλοσοφική ερμηνεία, αλλά κυρίως προς τη δραστική αντιμετώπιση ενός καλπάζοντος ανορθολογισμού. Αναρθολογισμού που θεμελιώνει με κυνισμό τα ακραία χάσματα σε βάρος των πολλών, των «ευπαθών» και των ανυπεράσπιστων. Ωστόσο, ο δρόμος προς την ανάληψη συλλογικής δράσης περνάει, εκτός από την ατομική συνείδηση, μέσα και από τη βαθιά προσωπική επίγνωση του παγκόσμιου δράματος. Κι αυτό οφείλουμε να μην το ξεχνάμε!