7 Μαΐου 2025

Όταν η Αθήνα πνιγόταν στα χρέη, αυτός έσβησε τα πάντα με έναν νόμο και έφυγε

Δεν ήταν στρατηγός ούτε βασιλιάς. Με έναν μόνο νόμο, ο Σόλων έσωσε την Αθήνα από την κατάρρευση — και έφυγε χωρίς να ζητήσει τίποτα.
Συντάκτης: Γρηγόρης Κεντητός

Ήταν μια πόλη έτοιμη να εκραγεί. Η Αθήνα του 6ου αιώνα π.Χ. βούλιαζε στην αδικία: οι φτωχοί είχαν χάσει τη γη τους, τα σώματά τους ήταν υποθηκευμένα, οι οικογένειες τους δούλοι. Η λέξη “χρέος” δεν σήμαινε απλά οφειλή. Σήμαινε σκλαβιά, εξορία, εξαφάνιση. Και τότε εμφανίστηκε ένας άνθρωπος που έβαλε φωτιά σε όλο αυτό το σύστημα. Με έναν νόμο, τα εξαφάνισε όλα.

Ονομαζόταν Σόλων. Ερχόταν από αρχοντική γενιά αλλά όχι από πλούτο. Είχε ταξιδέψει, είχε εμπορευτεί, είχε δει την Αίγυπτο και την Ανατολή. Ήξερε τι σημαίνει κοινωνική αδικία γιατί δεν την είχε ακούσει. Την είχε ζήσει. Κι όταν η Αθήνα κινδύνευσε να καταρρεύσει, τον κάλεσαν όλοι — και ευγενείς και φτωχοί — να τη σώσει.

Του έδωσαν απόλυτη εξουσία. Όχι για να βασιλέψει, αλλά για να συμφιλιώσει. Δεν είχε στρατό. Είχε λέξεις, νόμους και ελεγείες. Και τότε ήρθε η «σεισάχθεια». Ο Σόλων κατήργησε όλα τα ιδιωτικά χρέη. Έσβησε κάθε οφειλή. Απελευθέρωσε τους δούλους που είχαν υποδουλωθεί για χρέη. Απαγόρευσε για πάντα την υποθήκευση του ανθρώπινου σώματος. Όποιος είχε χρεοκοπήσει, ξανάγινε πολίτης. Όποιος είχε εξοριστεί για χρέη, γύρισε σπίτι του.

Ήταν σαν να γύρισε η Αθήνα σελίδα. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Ο Σόλων έγραψε ένα νέο πολιτικό πλαίσιο. Ξεχώρισε τους πολίτες όχι από την καταγωγή αλλά από το εισόδημά τους. Έδωσε λόγο στους φτωχούς. Δημιούργησε νέα Βουλή. Έστησε τα πρώτα λαϊκά δικαστήρια. Έβαλε κανόνες στο εμπόριο, στην οικογένεια, στη δικαιοσύνη. Και κυρίως, έδωσε σε όλους ευθύνη για την πόλη τους.

Κι όταν όλα αυτά μπήκαν στη θέση τους, δεν έμεινε για να καρπωθεί τίποτα. Δεν ήθελε να γίνει ήρωας ούτε άγαλμα. Έφυγε. Έφυγε μόνος του, για δέκα χρόνια, σε αυτοεξορία. Δεν ήθελε να δει πώς θα εφαρμοστούν οι νόμοι του. Δεν ήθελε να τον λατρέψουν. Ήξερε ότι όποιος μένει πολύ κοντά στην εξουσία, κάποτε θα τη διαφθείρει ή θα διαφθαρεί από αυτήν.

Κάποτε συνάντησε τον Κροίσο, βασιλιά των Λυδών. Εκείνος τον ρώτησε ποιος είναι ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος. Ο Σόλων χαμογέλασε και του είπε: «Μηδένα προ του τέλους μακάριζε». Μην πεις κανέναν ευτυχισμένο πριν δεις το τέλος του.

Εκείνος είχε τελειώσει. Είχε σώσει μια πόλη, είχε αλλάξει την ιστορία, είχε χαρίσει ξανά την ανθρώπινη αξιοπρέπεια σε χιλιάδες. Και δεν πήρε τίποτα.