Η αγροτική Κως και η αγροτική Ρόδος είναι δύο παραδείγματα της αποξένωσης του Ελληνα από τη γη του: πέθαναν και οι δύο τη δεκαετία του ’60, όταν άρχισε ο τουρισμός. Ετσι, όμως, και υπάρξει καμιά κατάρρευση του τουριστικού προϊόντος, θα χρειαστούν δυο γενιές για να ξαναμάθουν να καλλιεργούν. Οσοι δεν μεταναστεύσουν…
Τώρα που τα τρακτέρ είναι στην Αθήνα και οι αναδιαρθρώσεις στην ημερήσια διάταξη, επαναφέρω έναν παλιό μου προβληματισμό που είχα κάθε φορά που πήγαινα για διακοπές στα Δωδεκάνησα. Στην Κω και στην Ρόδο που είναι μεγάλα νησιά με ορεινούς όγκους (άρα νερό) και πεδινές εκτάσεις (άρα χωράφια προς καλλιέργεια), κάθε χρόνο πάνε πάνω από δύο εκατομμύρια τουρίστες. Αυτοί θέλουν να φάνε. Τους καλοκαιρινούς μήνες με την τουριστική κίνηση στο απόγειο της, κάθε πρωί καταφθάνουν με τα πλοία δεκάδες νταλίκες φορτωμένες με κηπευτικά. Τομάτες, αγγούρια, πατάτες, κρεμμύδια, παντζάρια, μαρούλια και όλα τα συναφή της ελληνικής γης και της πολυδιαφημισμένης μεσογειακής διατροφής μας. Οι νταλίκες φορτώνονται με προϊόντα στην λαχαναγορά του Ρέντη.
Αν κάποιος από σας πάρει το αυτοκίνητο και διασχίσει τα δυο αυτά μεγάλα νησιά των Δωδεκανήσων, είτε τον δρόμο Ρόδο-Λίνδο είτε τον δρόμο Κως-Κέφαλος, θα διαπιστώσει ότι δεξιά και αριστερά του δρόμου υπάρχουν απέραντα χωράφια, όχι απλώς ακαλλιέργητα αλλά και ολοφάνερα χέρσα επί πολλά χρόνια. Οποιος έχει ζήσει λίγο σε χωριό κι έχει περιποιηθεί περιουσία, μπορεί αμέσως να διακρίνει το χωράφι που εγκαταλείφθηκε οριστικά στην τύχη του. Κι αν ανέβει κάποιος στην ταράτσα κάποιου από τα δεκάδες πεντάστερα ξενοδοχεία που στέκουν στην σειρά, θα δει αμέσως ότι πέρα από το γκαζόν που οριοθετεί τις πισίνες και τους κήπους, υπάρχει κρανίου τόπος.
Πηγαίνω τακτικά στα δυο αυτά νησιά και αναρωτιόμουν πάντα για ποιο λόγο κάποιοι από τους κατοίκους τους δεν επιλέγουν να ασχοληθούν με τη γη. Κάποτε στην Κω υπήρχαν πέντε βιομηχανίες τομάτας, από την τομάτα ζούσε το νησί. Τώρα οι χωριάτικες σαλάτες που σερβίρονται στα ξενοδοχεία παράγονται από τομάτες που έρχονται από την Θήβα ή την Ιεράπετρα. Γιατί; Οι περισσότεροι έχουν χωράφια, αν τους βάλουν κηπευτικά την καλοκαιρινή σεζόν, θα βγάλουν πολλαπλάσια χρήματα απ’ αυτά που βγάζουν σήμερα. Καθότι σήμερα δουλεύουν το καλοκαίρι στα ξενοδοχεία και σε παράπλευρες τουριστικές επιχειρήσεις, ενώ τον χειμώνα παίρνουν το επίδομα ανεργίας. Ζήτημα αν μαζεύουν ένα χιλιάρικο τον μήνα καθαρά.
Με ένα στρέμμα πατάτες ή τομάτες ή αγγούρια ή μαρούλια (για τα χάμπουργκερ) προφανώς θα βγάλουν πολύ παραπάνω. Εντάξει η γη είναι δύσκολη και κουραστική, έχει και πολλά ρίσκα. Αλλά η ζήτηση είναι εξασφαλισμένη, τα ξενοδοχεία και τα φαγάδικα ψάχνουν ντόπιο προϊόν για να δώσουν στον τουρίστα. Ναι, θα σκύψεις, θα κουραστείς, θα σκονιστείς, αλλά και χρήμα θα βγάλεις και δεν θα ‘χεις κανέναν κερατά πάνω απ’ το κεφάλι σου. Εξ ου και για πολλά χρόνια, αλήθεια σας το λέω, θεωρούσα τους κατοίκους των νησιών αυτών ψιλοτεμπέληδες. Λάθος μου και το διαπίστωσα πρόσφατα, μετά από εκτενείς κουβέντες που έκανα με σοβαρούς ανθρώπους της περιοχής.
Η αγροτική Κως και η αγροτική Ρόδος πέθαναν την δεκαετία του ’60, όταν άρχισε να έρχεται ο μαζικός τουρισμός. Τα τότε τουριστικά εισοδήματα ήταν απείρως μεγαλύτερα από τα τότε αγροτικά. Ολοι έτρεξαν εκεί. Η πρώτη μετά το ’60 γενιά νησιωτών έχασε την επαφή που είχαν οι πατεράδες τους με τη γη, η δεύτερη γενιά αποξενώθηκε οριστικά και αμετάκλητα. Ούτε τεχνογνωσία καλλιέργειας κατέχει πια, ούτε κουλτούρα αγροτικής ενασχόλησης, ούτε τους περνάει καν από το μυαλό η πιθανότητα να ζήσουν κάνοντας τους αγρότες.
Ενας σημερινός έφηβος από τη Ρόδο ή την Κω δεν διαφέρει καθόλου από έναν έφηβο που έχει μεγαλώσει στην Κυψέλη. Ο τουρισμός, η επιστήμη, το υπαλληλίκι ή το μανατζεριλίκι είναι μέσα στην οπτική του, το προσοδοφόρο φύτεμα τομάτας ή πατάτας δεν υπάρχει ούτε ως θεωρητική πιθανότητα. Μήτε το σκέφτεται, μήτε το ξέρει. Είναι άλλη κοινωνία απ’ αυτήν που υπήρχε πριν εξήντα χρόνια. Κι έτσι και υπάρξει καμιά κατάρρευση του τουριστικού προϊόντος, θα χρειαστούν δυο γενιές για να ξαναμάθουν. Οσοι δεν μεταναστεύσουν…