2 Μαρτίου 2021

Τζορτζ Όργουελ: Διαβάζοντας τη Φάρμα των ζώων & το 1984 ξανά

Σκέψεις με αφορμή τα εμβληματικά μυθιστορήματα του George Orwell «Η φάρμα των ζώων» & «1984» (επίμ.-μτφρ. Κατερίνα Σχινά, εκδ. Μεταίχμιο).

Του Γιώργου Σιακαντάρη

Ο Βρετανός Έρικ Άρθουρ Μπλαίρ (1903-1950), δημοσιογράφος και πολυδιαβασμένος συγγραφέας, γνωστός με το συγγραφικό ψευδώνυμο Τζορτζ Όργουελ, έγραψε αυτά τα δύο έργα με διαφορά τεσσάρων ετών. Όταν έγραφε τη Φάρμα των ζώων (1945), η Σοβιετική Ένωση και ο Στάλιν ήταν σύμμαχοι της δημοκρατικής Δύσης και όπως γράφει ο ίδιος σε κείμενό του που δημοσιεύεται στην παρούσα ελληνική έκδοση, κανείς δεν ήθελε να το εκδώσει, μην επιθυμώντας να δυσαρεστήσει τον σύμμαχο Στάλιν. Ο ίδιος επέμεινε, γιατί όπως υποστήριζε «αν σημαίνει ένα πράγμα η ελευθερία, σημαίνει να λες στους ανθρώπους αυτά που δεν θέλουν να ακούσουν» (Η φάρμα των Ζώων σ. 171). Αυτή η ιδέα ήταν και το βασικό του μότο στη δημοσιογραφική του δουλειά. Ο Όργουελ δεν ήταν ένας αμέτοχος δημοσιογράφος που απλώς κατέγραφε τα γεγονότα αλλά ένας εκφραστής της συμμετοχικής δημοσιογραφίας, αν είναι δόκιμος ο όρος. Στην Ισπανία κατέγραφε αλλά και συμμετείχε στο πλευρό των τροτσκιστών του Εργατικού Κόμματος Μαρξιστικής Ενοποίησης POUM. Εκεί έγραψε και το άλλο περίφημο έργο του Φόρος Τιμής στην Καταλονία (1938). Το 1949, τέσσερα χρόνια μετά τη Φάρμα, έγραψε το 1984. Είναι όμως σαν να έχει περάσει ένας αιώνας από το 1945, αφού η Ευρώπη είχε αρχίσει να εισέρχεται στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου και ο Στάλιν είναι πλέον ο μεγάλος εχθρός.

Το κλείσιμο 70 ετών από τον θάνατο του Όργουελ, που σήμανε και την απελευθέρωση των δικαιωμάτων των βιβλίων του, συνοδεύτηκε στη χώρα μας από μια σειρά επανεκδόσεων των δύο βιβλίων. Οι μεταφράσεις που παρουσιάζουμε εδώ έχουν την τύχη να έχουν γίνει από την εξαιρετική Κατερίνα Σχινά. Μεταφράστρια στην οποία το ελληνικό αναγνωστικό κοινό οφείλει πολλά και η οποία πέραν των υπέροχων ελληνικών της τα «εξόπλισε» και με δύο σημαντικά επίμετρα – τοποθετεί και τα δύο βιβλία στο πλαίσιο της εποχής που γράφηκαν και κυρίως αναδεικνύει την απήχηση που είχαν σε μεγάλους κριτικούς και στο κοινό.

Η «ισότητα» και ο ολοκληρωτισμός της Φάρμας των Ζώων

orwell farma

Η Φάρμα είναι εμφανώς μια αλληγορία για την κοινωνία των ανθρώπων και εμφανίζεται ως μια ιστορία Εξέγερσης των ζώων. Αυτά ζουν και εργάζονται σκληρά σε μια φάρμα με όνομα «Το Αρχοντικό». Μια ζωή δυστυχισμένη, κουραστική και σύντομη. Ο ιδιοκτήτης κύριος Τζόουνς είναι σκληρός και άδικος. Σ’ αυτό το «Αρχοντικό», λίγο πριν πεθάνει, ο σεβάσμιος «Λευκός κάπρος μεσαίων βαρών» ή αλλιώς ο «γέρο-Στρατηγός» μαζεύει όλα τα ζώα, το δυνατό άλογο Μπόξερ, τη σκεπτόμενη φοράδα Μόλι, τον στωικό γαϊδαράκο Μπέντζαμιν, τις κότες, τα σκυλιά, τα πρόβατα, τις πάπιες, τις αγελάδες, ακόμα και τους «τρομακτικούς» αρουραίους (στο 1984 θα δούμε πόσο απεχθή ρόλο καλούνται να παίξουν αυτοί) και κάνει μια ομιλία για τα αγαθά μιας Εξέγερσης που θα φέρει την ισότητα ανάμεσα στα ζώα της φάρμας και η οποία όταν επεκταθεί θα φέρει τη γενική ισότητα των ζώων. Εκεί αυτός πρωτοτραγούδησε κι ένα τραγούδι που προκάλεσε μεγάλο ενθουσιασμό και έγινε ύμνος με τίτλο «Τα ζώα της Αγγλίας». Μετά πεθαίνει.

Οι συνεχιστές του, οι κάπροι Σνόουμπολ (Χιονόμπαλα), Ναπόλιον (είναι γνωστό ότι ο Στάλιν χαρακτηρίστηκε από την αντιπολίτευση ως Ναπολέων που ανέτρεψε τη Δημοκρατία) και ο γλοιώδης Σκουίλερ (σπιούνος) αναλαμβάνουν την ηγεσία όλων των ζώων της Φάρμας. Τα ζώα εξεγείρονται, διώχνουν τον κύριο Τζόουνς και ο Σνόουμπολ στηριγμένος στις αρχές του ανιμαλισμού γράφει σ’ ένα τοίχο τις «Επτά Εντολές», ενώ ο Σκουίλερ τού κρατά τον κουβά με τη μπογιά. Ο Ναπόλιον δεν φαίνεται να έχει τόσο μεγάλη συμμετοχή στην Εξέγερση. Μόνο στη συνέχεια από κοινού με τον Σνόουμπολ αντιμετωπίζουν τον πόλεμο που τους κήρυξαν οι διπλανοί ιδιοκτήτες. Αρχίζουν μετά να κτίζουν μια κοινωνία όπου όλα «τα ζώα είναι ίσα». Στις εντολές όμως, όχι στην πραγματική ζωή. Η διαμάχη των δύο κάπρων οδηγεί στην εκδίωξη του Σνόουμπολ και στη σταδιακή χειροτέρευση της ζωής των άλλων ζώων, εκτός των κυρίαρχων γουρουνιών και αυτών όχι όλων, μόνο των υπάκουων. Οι εντολές σταδιακά αλλάζουν υπέρ των γουρουνιών, χωρίς να καν να το πάρουν είδηση τα άλλα ζώα. Πρώτη άλλαξε η Τέταρτη Εντολή και εκεί που έγραφε ότι «κανένα ζώο δεν θα κοιμάται σε κρεβάτι» προστίθεται ένα «με σεντόνια». Τα γουρούνια κοιμούνται ήδη στα κρεβάτια του παλιού «Αρχοντικού» που έχει μετονομαστεί σε «Φάρμα των ζώων». Ενώ και στην Έκτη Εντολή που έλεγε πως «κανένα ζώο δεν θα σκοτώνει άλλο ζώο» προστίθεται ένα «άνευ λόγου».

Ο Ναπόλιον αρχίζει να υποστηρίζει και να εφαρμόζει πράγματα που πριν ζητούσε ο Σνόουμπολ και ο ίδιος απέρριπτε. Συμμαχεί με τους δύο γείτονες ιδιοκτήτες και αρχίζει εμπόριο με αυτούς. Μόνο που όταν συμμαχεί με τον ένα, ο άλλος κηρύσσεται μέγας εχθρός και όταν συμμαχεί με τον άλλο, ο πρώτος γίνεται αυτός ο εχθρός.

Η ίδια η ιστορία αλλάζει και, ενώ αρχικά υποβαθμίζεται ο ρόλος του Σνόουμπολ στην αντίσταση κατά των ανθρώπων, στη συνέχεια αυτός κατηγορείται πως ανέκαθεν ήταν εχθρός της Εξέγερσης, προδότης και πράκτορας των ανθρώπων. Ο Ναπόλιον με σύμμαχό του τον ιδεολόγο Μπουχάριν –συγγνώμη, τον Σκουίλερ ήθελα να γράψω– κατοχυρώνει το δικαίωμά του να έχει πάντα δίκιο. Έτσι αρχίζει μια σκληρή ζωή όπου ο Ναπόλιον με τη βοήθεια εννέα σκυλιών που είχε αρπάξει όταν ήταν κουτάβια, εξοντώνει το ένα μετά το άλλο όσα ζώα φαίνεται ή υποψιάζεται ότι μπορεί να τον αμφισβητούν. Τα γουρούνια, με το επιχείρημα πως ασκούν εγκεφαλική εργασία, ζητούν και λαμβάνουν περισσότερα προνόμια. Ο Ναπόλιον αρχίζει να υποστηρίζει και να εφαρμόζει πράγματα που πριν ζητούσε ο Σνόουμπολ και ο ίδιος απέρριπτε. Συμμαχεί με τους δύο γείτονες ιδιοκτήτες και αρχίζει εμπόριο με αυτούς. Μόνο που όταν συμμαχεί με τον έναν, ο άλλος κηρύσσεται μέγας εχθρός και όταν συμμαχεί με τον άλλο, ο πρώτος γίνεται αυτός ο εχθρός.

Οι αριθμοί χειραγωγούνται ώστε να φαίνεται πως η μίζερη ζωή των ζώων είναι πολύ καλύτερη απ’ αυτή της περιόδου που αυτά υπηρετούσαν τους ανθρώπους. Είναι καιρός πλέον να αλλάξουν και οι άλλες εντολές αλλά και να καταργηθεί κι ο ύμνος της Τρίτης Διεθνούς – πάλι συγγνώμη, των «Ζώων της Αγγλίας». Ακόμη και το δόγμα «Τέσσερα πόδια καλό, δύο πόδια κακό» αλλάζει όταν τα γουρούνια αρχίζουν να σηκώνονται στα δύο πόδια και να καλούν στη Φάρμα για εμπορικές συνομιλίες τους δύο ανθρώπους φάρμερς. Το νέο δόγμα γίνεται «Τέσσερα πόδια καλό, δύο πόδια καλύτερο». Μέχρι που και στην Έβδομη Εντολή «Όλα τα ζώα είναι ίσα» προστίθεται ένα «αλλά μερικά ζώα είναι πιο ίσα από τα άλλα». Αυτό είναι και το τέλος μιας Εξέγερσης που υποσχέθηκε ελευθερία, αυτοκυβέρνηση και ισότητα και μοίρασε ανισότητες, φυλακίσεις και εκτελέσεις καταλήγοντας στο να μετονομαστεί η «Φάρμα» πάλι σε «Αρχοντικό» και τα σηκωμένα στα δύο πόδια γουρούνια να μοιάζουν στους ανθρώπους. Καθόλου περίεργο που ο εξαιρετικός δουλευταράς που τα έδινε όλα για τη Φάρμα, ο Μπόξερ, το δυνατό άλογο, μετά από ένα ατύχημα στη δουλειά του δίνεται στον εκδοροσφαγέα, αφού πλέον δεν μπορεί να είναι σε τίποτα άλλο χρήσιμος.

Ο Όργουελ ασκεί εδώ κριτική στον «ναπολιόνικο» ολοκληρωτισμό ως ριζοσπάστης υποστηρικτής της ισότητας των «ζώων» και όχι ως συντηρητικός υποστηρικτής της ατομικής ιδιοκτησίας των ανθρώπων-ιδιοκτητών των ζώων.

Ο Όργουελ ασκεί εδώ κριτική στον «ναπολιόνικο» ολοκληρωτισμό ως ριζοσπάστης υποστηρικτής της ισότητας των «ζώων» και όχι ως συντηρητικός υποστηρικτής της ατομικής ιδιοκτησίας των ανθρώπων-ιδιοκτητών των ζώων. Δεν ήταν όμως ακόμη έτοιμος να αποδεχτεί πλήρως, αν και το υπονοεί, πως «το ψάρι βρωμούσε» από το κεφάλι του γέρου-Στρατηγού (Λένιν ή μήπως και Μαρξ;) και του συνοδοιπόρου του Σνόουμπολ (Τρότσκι). Στη Φάρμα των Ζώων διαφαίνεται το πού μπορούν να οδηγήσουν οι εξισωτικές λογικές, όταν αυτές αρνούνται τη δημοκρατία. Στο 1984 αποκαλύπτονται πλήρως. Ο Όργουελ του 1984 είναι ήδη πάνω απ’ όλα δημοκράτης και στη συνέχεια φίλος της ισότητας με ελευθερία.

Η ανισότητα και ο ολοκληρωτισμός της τεχνολογίας και των ανθρώπων του 1984

orwell 1984

Στο 1984 (αντιστροφή του 1948, χρονιά αναφοράς του Όργουελ στον εδραιωμένο σταλινικό ολοκληρωτισμό) η κριτική έχει αφετηρία τον σταλινισμό, αλλά τα βέλη στοχεύουν την «έμφυτη τάση» στη φύση των ανθρώπων προς τον ολοκληρωτισμό. Εδώ έχουμε έναν Όργουελ όχι υποστηρικτή του καντιανού ιδεώδους για τη δυνατότητα με την κατηγορική προσταγή να υπερβούμε το εγγενές στον άνθρωπο «ριζικό κακό», αλλά έναν υποστηρικτή του Χομπς και του Μακιαβέλλι σύμφωνα με τους οποίους το κακό είναι ανυπέρβλητο γιατί βρίσκεται στη φύση του ανθρώπου. Ακόμη και οι «καλοί», οι αρνητές του Μεγάλου Αδελφού, κάποια στιγμή σπάνε και γίνονται υποστηρικτές και υμνητές του κακού. Από την αλληγορία περνάμε στη δυστοπία. Μάλλον, πιο σωστό είναι να γραφεί πως εδώ παρακολουθούμε το πώς η αλληγορική ουτοπία της Φάρμας γίνεται η δυστοπία του 1984.

Βρισκόμαστε στην Ωκεανία που μια βρίσκεται σε πόλεμο με την Ευρασία συμμαχώντας με την Ανατολασία και μια βρίσκεται σε πόλεμο με την Ανατολασία συμμαχώντας με την Ευρασία. Πιο σωστά είναι να πούμε πως δεν βρίσκεται σε πόλεμο με κανένα, αλλά υποκρίνεται πως βρίσκεται σε πόλεμο για να χρησιμοποιεί τους «προλετάριους» ως υποζύγια (να θυμηθούμε εδώ το υποζύγιο ή τον προλετάριο Μπόξερ της Φάρμας) για την καλή ζωή των μελών του Κόμματος γενικά, κυρίως όμως αυτών του έσω Κόμματος. Ηγέτης είναι ο Μεγάλος Αδελφός και ιδεολογία ο ΑΓΓΛΙΣΟΣ (αγγλικός σοσιαλισμός). Ο Γουίνστον Σμιθ είναι προνομιούχο μέλος του Κόμματος, αν και όχι του έσω Κόμματος. Εργάζεται στο ΥΠΑΛ (Υπουργείο Αλήθειας). Η ζωή του όπως και όλων των άλλων μελών του Κόμματος παρακολουθείται από τις οθόνες των τηλεοράσεων που έχουν στο σπίτι τους. Η τεχνολογία είναι εδώ εμφανώς στην υπηρεσία του Κόμματος. Αλλά και στην υπηρεσία διαστρέβλωσης της αλήθειας. Δουλειά του Σμιθ είναι να κάνει το ψέμα αλήθεια και την αλήθεια ψέμα παρεμβαίνοντας σε παλαιότερα κείμενα που του πετούν από ένα αεραγωγό και αυτός οφείλει να τα αλλάξει σύμφωνα με τις εντολές που λαμβάνει. Δουλειά του είναι να ξαναγράφει και να ξαναγράφει το παρελθόν σύμφωνα με τις νέες οδηγίες του Κόμματος, να εφευρίσκει νέους ήρωες και να σβήνει παλιούς. Και ξανά το ίδιο, όσο το απαιτεί το Κόμμα που έχει πάντα δίκιο όταν έλεγε πως ο Γκολνστάιν ήταν ήρωας κι όταν λέει πως αυτός είναι εξωμότης κι όταν λέει πως παντοτινός αντίπαλός του ήταν η Ευρασία και παντοτινός σύμμαχος η Ανατολασία κι όταν υποστηρίζει ακριβώς το αντίθετο. Κανείς δεν δικαιούται να αμφισβητήσει την αλήθεια του Κόμματος, αφού η πραγματικότητα δεν υπάρχει. Αυτός που ελέγχει το παρελθόν, ελέγχει και το μέλλον, αυτή είναι η συμπυκνωμένη ιδεολογία του Κόμματος.

Μεγάλος εχθρός του Κόμματος, εκτός από τον εξοστρακισμένο Εμάνιουελ Γκολντστάιν (το Τρότσκι ήταν ψευδώνυμο του Λεφ Νταβίντοβιτς Μπρονστέιν), εχθρό του λαού και αποστάτη, είναι ο πραγματικός έρωτας. Η σεξουαλική επαφή μεταξύ μελών του Κόμματος που δεν έχει ως μόνο σκοπό την αναπαραγωγή πιστών οπαδών του, είναι ασυγχώρητο έγκλημα. Το Κόμμα όμως αν και επιφανειακά καταδικάζει την πορνεία, την αντιμετωπίζει ως διέξοδο των ενστίκτων που δεν είναι εύκολο να κατασταλούν ολοκληρωτικά. Ο οργασμός μεταξύ ανθρώπων που αγαπιούνται θεωρείται δυνατό πλήγμα κατά του Κόμματος. Ακριβέστερα, το Κόμμα δεν φοβάται κανέναν άλλο, ούτε καν τους παραγκωνισμένους προλετάριους, παρά μόνο «το ζωώδες σεξουαλικό ένστικτο». Ο Γουίνστον Σμιθ κάνει το έγκλημα να ερωτευτεί τη φαινομενικά «φανατική» Τζούλια, μέλος του Αντισεξουαλικού Συνδέσμου Νέων, η οποία μάλιστα πρώτη έκανε το βήμα προς αυτόν. Κρύβουν τη σχέση τους αλλά πέφτουν στην παγίδα του Ο’ Μπράιεν, μέλους του έσω Κόμματος, που τους παρουσιάζεται ως σύντροφος του Γκολνστάιν.

Το μαύρο είναι άσπρο και το 2+2 ισούται με 5, αν το Κόμμα ισχυρίζεται κάτι τέτοιο. Αλλά δεν φτάνει αυτό, πρέπει να ξεχάσεις πως κάποια στιγμή πίστευες ότι το μαύρο είναι μαύρο και πως το 2 +2 ισούται με 4.

Αυτό όμως που μαρτυρά τα πάντα για το καθεστώς είναι η περίφημη Νεογλώσσα και η περιβόητη διπλόσκεψη. Τι είναι αυτή; Είναι η ικανότητα να ξέρεις την αλήθεια και να λες εντέχνως ψεύδη. Διόλου τυχαία τα ονόματα των Υπουργείων κρύβουν την πραγματική τους ιδιότητα. Έτσι το Υπουργείο Ειρήνης ασχολείται με τον πόλεμο, το Υπουργείο Αφθονίας με τη στατιστική που κρύβει τους λιμούς, το Υπουργείο Αλήθειας ασχολείται με την ανάδειξη του ψεύδους. Μότο αυτής της Νεογλώσσας είναι το «Ο πόλεμος είναι ειρήνη – Η ελευθερία είναι σκλαβιά – Η άγνοια είναι δύναμη». Το αντίθετο του καλού δεν είναι το κακό αλλά το μήκαλο, επίσης λέξεις όπως «έξοχο» και «θαυμάσιο» αντικαθίστανται από το «δίσκαλο» και το «τρίσκαλο». Η «παπιομιλία», το να κρώζεις δηλαδή σαν πάπια, είναι καλή όταν γίνεται από κάποιον που επαινεί το Κόμμα και κακή όταν αφορά κάποιον που το επικρίνει. Η εγκληματόσταση σημαίνει την ικανότητα να σταματάς αυτόματα, ενστικτωδώς όταν καταλαβαίνεις πως πας να πεις κάτι που βλάπτει το Κόμμα. Γιατί αυτό είναι Αλάθητο και ο Μεγάλος Αδελφός πανίσχυρος. Το μαύρο είναι άσπρο και το 2+2 ισούται με 5, αν το Κόμμα ισχυρίζεται κάτι τέτοιο. Αλλά δεν φτάνει αυτό, πρέπει να ξεχάσεις πως κάποια στιγμή πίστευες ότι το μαύρο είναι μαύρο και πως το 2+2 ισούται με 4.

Τελικά ο Ο’ Μπράιεν αποδεικνύεται πράκτορας της Ασφάλειας και συλλαμβάνει τους δύο ερωτευμένους. Τα σημεία στα οποία περιγράφονται τα βασανιστήρια με στόχο την ταπείνωση του Σμιθ είναι συγκλονιστικά. Οι ανακριτές δεν είναι τα παλιά καθάρματα με τις μαύρες στολές, αλλά διανοούμενοι του Κόμματος. Αφήνεται όμως να εννοηθεί ότι αυτά τα βασανιστήρια δεν είναι τίποτα σε σχέση με αυτά που γίνονται στον Θάλαμο 101. Ο μονόλογος του βασανιστή Ο’ Μπράιεν είναι ενδεικτικός του πώς ο ολοκληρωτισμός του 1984 διαφέρει απ’ όλους τους προηγούμενους. Οι δεσποτισμοί ήθελαν να επιβάλλουν το «Ου πράξεις». Οι παλιοί ολοκληρωτισμοί το «Θα πράξεις». Η επιταγή του νέου ολοκληρωτισμού είναι το «Πράττεις», σύμφωνα με το αλάθητό του Κόμματος και την παντοδυναμία του Μεγάλου Αδελφού. Αλλά το Κόμμα ουσιαστικά δεν ενδιαφέρεται ούτε καν για το τι πράττεις. Ενδιαφέρεται για το τι σκέπτεσαι. Το Κόμμα δεν ενδιαφέρεται να εξοντώσει ή να «εξατμίσει» –όπως είναι ο όρος που χρησιμοποιείται– τους εχθρούς του, αλλά να τους αλλάξει.

orwell 4
Στον Ισπανικό Εμφύλιο ο Όργουελ είχε συνταχθεί στο πλευρό των τροτσκιστών του Εργατικού Κόμματος Μαρξιστικής Ενοποίησης POUM, πολλά μέλη του οποίου φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν και θανατώθηκαν από τους σταλινικούς. Ο Όργουελ κατάφερε και διέφυγε πριν συλληφθεί, όμως όταν το 1945 επέστρεψε στο Παρίσι ως δημοσιογράφος-ανταποκριτής αισθανόταν ότι ίσως ακόμα κινδυνεύει. Συνάντησε στο ξενοδοχείο Ritz τον Χέμινγουεϊ και του εξέφρασε τις ανησυχίες του, κι εκείνος, που θαύμαζε το έργο του Όργουελ, φρόντισε και του βρήκε ένα ημιαυτόματο Colt.32

 

Όλα αυτά δείχνουν ότι εδώ ο Όργουελ μιλά για ένα ολοκληρωτισμό χειρότερο και απ’ αυτόν που περιγράφει στη Φάρμα, χειρότερο και απ’ αυτό των ναζί και των Ρώσων κομμουνιστών, όπως ρητά αναφέρει ο ίδιος. Γιατί ότι και να έκαναν όλοι αυτοί, τουλάχιστον πίστευαν ή υποκρίνονταν πως πίστευαν ότι είχαν καταλάβει την εξουσία για ένα καλό σκοπό, για έναν επίγειο Παράδεισο. Εδώ οι άνθρωποι του έσω Κόμματος, σύμφωνα με την κυνική ομολογία του Ο’ Μπράιεν, ό,τι κάνουν το κάνουν γιατί «εμείς δεν είμαστε σαν αυτούς. Γνωρίζουμε ότι κανείς δεν παίρνει την εξουσία με την πρόθεση να την εγκαταλείψει. Η εξουσία δεν είναι το μέσον, είναι ο τελικός σκοπός» (σ. 367). Το Κόμμα δεν ενδιαφέρεται για το καλό των άλλων, ενδιαφέρεται για τον πλούτο, τη χλιδή, τη μακροζωία και την ευτυχία που χαρίζει η εξουσία σ’ αυτό και τα μέλη του. Όπως αδίστακτα συνεχίζει ο Ο’Μπράιεν «κανείς δεν εγκαθιδρύει μια δικτατορία για να προστατέψει μια επανάσταση· κάνει την επανάσταση για να εγκαθιδρύσει μια δικτατορία. Στόχος κάθε δίωξης είναι η δίωξη καθεαυτή. Στόχος των βασανιστηρίων είναι τα βασανιστήρια. Στόχος της εξουσίας είναι η εξουσία» (σ. 367-368). Και πώς επιβάλλεται η εξουσία στον άλλον; «Κάνοντάς τον να υποφέρει. Η υποταγή δεν αρκεί» (σ. 372). Ο νέος ολοκληρωτισμός του 1984 δεν ενδιαφέρεται να υποτάξει, θέλει να υποφέρουν όλοι όσοι δεν είναι δικοί του, αλλά πολλές φορές και οι δικοί του. Το Κόμμα δεν θέλει να υποταχθούν οι αντίπαλοί του, θέλει να υποφέρουν.

Τι όμως τελικά ήταν ο Θάλαμος 101; Εδώ γίνονταν βασανιστήρια με ό,τι αποτελούσε τις μεγάλες φοβίες των κρατούμενων. Ο Σμιθ σιχαινόταν τους αρουραίους. Στον Θάλαμο 101 τον δένουν σ’ ένα κρεβάτι και δίπλα του βάζουν ένα κλουβί με αρουραίους, έτοιμοι να τον κατασπαράξουν όταν αυτό ανοίξει. Ο Γουίνστον Σμιθ έχει αποδεχθεί ήδη πως «Δύο και δύο κάνουν πέντε» και πως «Η Ελευθερία είναι σκλαβιά», αλλά δεν είχε προχωρήσει στο μείζον: να ενοχοποιήσει για όλα τη φίλη του Τζούλια. Για να σωθεί ο ίδιος, ζητά να στείλουν τους αρουραίους σ΄ αυτήν. Αυτό κυρίως ήθελε και το Κόμμα, να ενοχοποιεί ο ένας «εχθρός» του τον άλλον. Οι δύο εραστές αρνούνται τον έρωτά τους. Τους αφήνουν ελεύθερους μετά απ’ αυτό και τους δύο, αλλά καταδικασμένους σε θάνατο. Όπως έλεγε ο Ο’ Μπράιεν στον Σμιθ «αργά ή γρήγορα όλοι θεραπεύονται. Στο τέλος θα σε τουφεκίσουμε» (σ. 381).

Ο νέος ολοκληρωτισμός του 1984 δεν ενδιαφέρεται να υποτάξει, θέλει να υποφέρουν όλοι όσοι δεν είναι δικοί του, αλλά πολλές φορές και οι δικοί του. Το Κόμμα δεν θέλει να υποταχθούν οι αντίπαλοί του, θέλει να υποφέρουν.

Αυτά τα δύο βιβλία του Όργουελ κινδυνεύουν από δύο λανθασμένες αναγνώσεις. Η μια είναι να ταυτιστούν μόνο με την αποδοκιμασία του σταλινικού ολοκληρωτισμού και η δεύτερη είναι να θεωρηθούν δυστοπία και αλληγορία που χρησιμοποιεί τον σταλινισμό μόνο ως πρόσχημα για να χτυπήσει γενικά τη φύση του ανθρώπου προς τον ολοκληρωτισμό. Εδώ όμως έχουμε να κάνουμε και με τα δύο. Και με την κριτική του σταλινισμού αλλά και με την καταγγελία του κινδύνου οι τεχνολογίες και η κακή τους χρήση να οδηγήσει σ’ ένα ολοκληρωτισμό που δεν θα έχει προηγούμενο. Δεν μιλάμε όμως εδώ για έναν αντιδραστικό τεχνολογικό και πολιτισμικό πεσιμισμό όπως αυτός των Σπένγκλερ, Γιούνγκ, Γιόνας, Μπατάιγ, Μπλανσό, ντε Μαν και των δικών μας νεοορθόδοξων, αλλά για έναν προοδευτικό πολιτισμικό πεσιμισμό όπως αυτός των Μπένγιαμιν, Ζαμιάτιν, Χάξλεϋ, Κάφκα, Γουέλς και Φρόιντ. Όσον αφορά τις κριτικές που δέχθηκε ο συγγραφέας ότι παρόλο που υποβάλλει σε αδυσώπητη κριτική τον Στάλιν, αφήνει στο απυρόβλητο τους Λένιν και Τρότσκι, οφείλουν αυτοί οι κριτές να γνωρίζουν πως ο Όργουελ θεωρεί ως βάση της ολιγαρχίας τον κολεκτιβισμό. «Ο πλούτος και τα προνόμια προστατεύονται καλύτερα όταν κατέχονται από κοινού. Η λεγόμενη “κατάργηση της ιδιοκτησίας” που έλαβε χώρα στα μέσα του αιώνα, σήμαινε, στην πραγματικότητα, τη συγκέντρωση της ιδιοκτησίας σε πολύ λιγότερα χέρια από πριν, με τη διαφορά ότι οι νέοι ιδιοκτήτες ήταν μια ομάδα και όχι μεμονωμένα άτομα» (1984, σ. 288). Η πίστη στον κολεκτιβισμό αποτελούσε τον κορμό των αντιλήψεων του Λένιν, του Τρότσκι και του Στάλιν, αλλά και του Μαρξ. Αυτό το γνώριζε πολύ καλά ο Όργουελ.

Τα δύο αυτά βιβλία, μας μαθαίνουν πώς πρέπει να σκεφτόμαστε ώστε να μην αφήσουμε τις δημοκρατίες να ξεχάσουν τον εαυτό τους. Το διάβασμα και το ξαναδιάβασμά τους δεν είναι απλή σύσταση, είναι μέσο για την άμυνα των δημοκρατιών έναντι των εχθρών τους.

Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗΣ είναι συγγραφέας και δρ Κοινωνιολογίας. Τελευταίο βιβλίο του, η μελέτη «Το πρωτείο της δημοκρατίας - Σοσιαλδημοκρατία μετά τη σοσιαλδημοκρατία» (εκδ. Αλεξάνδρεια).


ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ από τη ΦΑΡΜΑ ΤΩΝ ΖΩΩΝ

«Τέσσερα γουρουνάκια στην πρώτη σειρά έβγαζαν διαπεραστικές στριγκλιές αποδοκιμασίας και σαν να ήταν συνεννοημένα, πετάχτηκαν όρθια κι άρχισαν να μιλάνε ταυτόχρονα. Ξαφνικά όμως τα σκυλιά που κάθονταν γύρω από τον Ναπόλιον άφησαν υπόκωφα και απειλητικά γρυλίσματα κι έτσι τα γουρουνάκια σώπασαν και ξανακάθισαν στη θέση τους. Τότε τα πρόβατα ξέσπασαν σ’ ένα τρομερό βέλασμα του “Τέσσερα πόδια καλό, δυο πόδια κακό”». (σ. 63) 

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ από το 1984

«Το μυαλό του γλίστρησε στον λαβυρινθώδη κόσμο της διπλόσκεψης. Να ξέρεις και να μην ξέρεις, να έχεις συνείδηση όλης της αλήθειας, ενώ λες έντεχνα κατασκευασμένα ψεύδη, να έχεις ταυτόχρονα δυο γνώμες που η μια αναιρούσε την άλλη, γνωρίζοντας ότι είναι αντιφατικές και πιστεύοντας και στις δυο, να χρησιμοποιείς τη λογική ενάντια στη λογική, να αποκηρύσσεις την ηθική και ταυτόχρονα να εγείρεις αξιώσεις σ’ αυτήν… να ξεχνάς ό,τι ήταν απαραίτητο να ξεχνάς και στη συνέχεια να το επαναφέρεις στη μνήμη τη στιγμή που χρειάζεται κι έπειτα να το ξαναξεχνάς αμέσως». (σ. 54)

https://bookpress.gr/