14 Ιανουαρίου 2020

ΤΟ ΤΟΞΙΚΟ ΔΙΔΥΜΟ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ-ΚΑΖΙΝΟ

Τόσο η παγκόσμια οικονομία, όσο και το χρηματοπιστωτικό σύστημα, κινούνται με τους τελευταίους τοξικούς ατμούς της παγκοσμιοποίησης και της χρηματιστικοποίησης – ενώ γίνεται μεν προσπάθεια να δημιουργηθούν νέες καταναλωτικές μάζες μη χρεωμένου και φθηνού εργατικού δυναμικού, με τη μαζική μετανάστευση στις ανεπτυγμένες χώρες, αλλά δεν θα αποδώσει. Στα πλαίσια αυτά μπορεί μεν να πιστεύουμε ακόμη πως οι κεντρικές τράπεζες είναι παντοδύναμες, με θεϊκές ικανότητες, αλλά πρόκειται για μία από τις συνήθεις ανθρώπινες ουτοπίες – σημειώνοντας πως όταν παύουν να υπάρχουν θηράματα, οι κυνηγοί στρέφονται ο ένας εναντίον του άλλου. Ακριβώς τότε το σύστημα διαλύεται και καταρρέει παταγωδώς – χωρίς κανένας να μπορεί να προβλέψει την ακριβή χρονική στιγμή που συμβαίνει κάτι τέτοιο, αλλά μόνο πως θα συμβεί οπωσδήποτε.

Ανάλυση

Για τα τελευταία σαράντα χρόνια, η παγκοσμιοποίηση και η χρηματοπιστωτική εξέλιξη υπήρξαν οι κινητήριες δυνάμεις της παγκόσμιας ανάπτυξης και της ανόδου της αξίας των περιουσιακών στοιχείων – δίνοντας τη δυνατότητα σε αυτούς που ευρίσκονται στην κορυφή της πυραμίδας του πλούτου και της εξουσίας να εκμεταλλεύονται το χαμηλότερο κόστος εργασίας λόγω του διεθνούς ανταγωνισμού, τους μειωμένους περιβαλλοντικούς κανονισμούς, το άνοιγμα των καταναλωτικών αγορών, τις δυνατότητες αποφυγής φόρων μέσω των φορολογικών παραδείσων, τους παγκόσμιους φυσικούς πόρους κοκ.

Η μείωση των φορολογικών εσόδων που προέρχονται από το κεφάλαιο, η αύξηση τους από την εργασία, η εκρηκτική άνοδος των αποτιμήσεων των χρηματιστηριακών αγορών, η επεκτατική πολιτική των κεντρικών τραπεζών και οι στάσιμοι ή μειωμένοι μισθοί, επιτάχυναν τη μεταφορά πλούτου από τα κάτω προς τα επάνω – ενώ ένα επίσης βασικό χαρακτηριστικό της παγκοσμιοποίησης είναι η μεταφορά του κινδύνου από τους κατόχους κεφαλαίων στους εργαζομένους και στους δημόσιους πόρους. Εν προκειμένω με τη διάσωση των «too big to fail» (πολύ μεγάλων για να χρεοκοπήσουν) τραπεζών και επιχειρήσεων από τα κράτη εις βάρος των Πολιτών τους – με αποτέλεσμα την υπερχρέωση ή τη χρεοκοπία χωρών, μικρομεσαίων επιχειρήσεων και νοικοκυριών.

Με ένα δεύτερο παράδειγμα, οι χαμηλοί μισθοί (για την πτώση των οποίων απαιτείται προηγουμένως αύξηση της ανεργίας που επιτυγχάνεται μέσω των κρίσεων), οι οποίοι αυξάνουν τα κέρδη των επιχειρήσεων, έχουν ως αποτέλεσμα την εξάρτηση των εργαζομένων από τη στήριξη του δημοσίου, με διάφορα επιδόματα (θέρμανσης, ενοικίου κλπ.) – οπότε την άνοδο των φόρων που πληρώνονται από την πλειοψηφία των Πολιτών, αλλά όχι από τις ελίτ.

Στο γράφημα που ακολουθεί φαίνεται η άνοδος των παγκοσμίων χρεών μετά το 2010 (κίτρινη γραμμή, αριστερή κάθετος ως ποσοστό επί του ΑΕΠ), η οποία είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση του ρυθμού ανάπτυξης (δεξιά κάθετος) – επειδή τα χρήματα οδηγούνται στο 1% του πλουσιότερου πληθυσμού που δεν τα καταναλώνει, αλλά τα επενδύει. Έτσι αυξάνονται ο πληθωρισμός και διογκώνονται οι φούσκες στις αγορές παγίων, προς όφελος ξανά του 1% – ενώ το κραχ που τελικά θα προκληθεί, θα το πληρώσουν πανάκριβα όλοι οι υπόλοιποι.




Στα πλαίσια αυτά εξοργίζεται κανείς όταν ακούει από την κυβέρνηση την ανοησία των ανοησιών – το ότι δηλαδή δεν φταίει το ιλιγγιώδες δημόσιο χρέος και το μοναδικό στην ιστορία κόκκινο ιδιωτικό για την αμελητέα χαμηλή ανάπτυξη της Ελλάδας, μετά από δέκα χρόνια βαθιάς ύφεσης (ανάλυση), αλλά η έλλειψη επενδύσεων και μάλιστα ξένων! Πόσο μάλλον όταν ακόμη και ένας άσχετος όσον αφορά την Οικονομία γνωρίζει πως οι επενδύσεις προϋποθέτουν ζήτηση – ενώ ασφαλώς δεν είναι επένδυση το ξεπούλημα της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας στο βωμό του χρέους. Φυσικά η κυβέρνηση το γνωρίζει, αλλά απλά υπηρετεί τα δικά της κομματικά και τα ξένα συμφέροντα – ενώ δεν διστάζει να εξαπατήσει τους Έλληνες, όπως φαίνεται καθαρά από τη συμπαιγνία της με τις αφελληνισμένες τράπεζες (άρθρο).

Περαιτέρω η χρηματοδότηση, όπως στο παράδειγμα των κρατικών ομολόγων, δεν είναι τίποτα άλλο από τη μαζική εμπορευματοποίηση του συσσωρευμένου χρέους – από μία πυραμίδα κινδύνου και κερδοσκοπίας, η οποία είναι εφικτή μόνο για αυτούς που ευρίσκονται στην κορυφή της. Για εκείνους που, έχοντας τη δυνατότητα να δανείζονται φθηνά, επενδύουν με μόχλευση (=πολλαπλάσια αυτών που δανείζονται) – ή χρηματοδοτούν άλλους έναντι εγγυήσεων, οπότε είτε εισπράττουν τη μερίδα του λέοντος από τα κέρδη, είτε σε περίπτωση ζημιών κατάσχουν τα περιουσιακά στοιχεία των οφειλετών τους σε εξευτελιστικές τιμές.

Κλασσικό παράδειγμα στις Η.Π.Α. η βιομηχανία των φοιτητικών δανείων που δεν υπήρχε πριν την κυριαρχία του χρηματοπιστωτικού κτήνους – όπου ένα ασφαλές προηγουμένως περιουσιακό στοιχείο και πηγή εισοδήματος, το πανεπιστημιακό πτυχίο, στην ουσία μετατράπηκε σε εγγύηση και στη συνέχεια «τιτλοποιήθηκε». Τελικά τα δάνεια που χορηγούνται σε φοιτητές για πτυχία που έχουν γίνει πλέον άχρηστα σε μεγάλο βαθμό, πωλούνται παγκοσμίως ως ασφαλή περιουσιακά στοιχεία με εγγυημένες αποδόσεις – καθιστώντας ταυτόχρονα τους φοιτητές σκλάβους χρέους, με την υποχρέωση να εκχωρούν ένα μεγάλο μέρος των μισθών τους εφόρου ζωής για την πληρωμή των φοιτητικών δανείων τους, σε χρηματοδότες που ούτε καν γνωρίζουν.

Έτσι, μέσα σε είκοσι περίπου χρόνια, το ύψος των φοιτητικών δανείων στις Η.Π.Α., στις οποίες δεν υπάρχει ουσιαστικά ανώτατη δημόσια εκπαίδευση αλλά ιδιωτική, από σχεδόν μηδενικό έχει ξεπεράσει το 1,6 τρις $ (γράφημα) – κάτι που φυσικά θα ήταν αδύνατο χωρίς τη συμπαιγνία κυβερνήσεων και τραπεζών. Αναμενόμενο βέβαια στη χώρα που έχει κυριαρχήσει πλήρως ο νεοφιλελευθερισμός και ο καπιταλισμός καζίνο, ενώ ακόμη και οι φυλακές έχουν ιδιωτικοποιηθεί – με αποτέλεσμα να επιχειρείται η μη αποφυλάκιση των ανθρώπων με κάθε αθέμιτο τρόπο, αφού έτσι αυξάνονται τα έσοδα των ιδιωτών, ιδιοκτητών των φυλακών.



Σε κάθε περίπτωση μία ομάδα Πολιτών, οι φοιτητές, μετατράπηκε σε αντικείμενο χρηματοπιστωτικής εκμετάλλευσης – ενώ παρά το ότι έχει πλέον ελάχιστα ή καθόλου εισοδήματα (αφού δεν διενεργούνται επενδύσεις στην πραγματική οικονομία και δεν υπάρχει σημαντική εγχώρια ανάπτυξη), οπότε καμία εγγύηση, δεν έχει καμία σημασία.

Αυτό που έχει σημασία είναι το ότι, ένα προηγουμένως ανεκμετάλλευτο περιουσιακό στοιχείο μπορεί να μετατραπεί σε χρέος και να πουληθεί με τεράστιο κέρδος – έως ότου βέβαια έλθει η ώρα της κρίσης, όπως συνέβη το 2008 με τα ενυπόθηκα δάνεια χαμηλής εξασφάλισης/υψηλού κινδύνου που συσκευάσθηκαν σε πακέτα, αξιολογήθηκαν θετικά έναντι αδρής αμοιβής από τις τρεις διεφθαρμένες αδελφές (ανάλυση) και πουλήθηκαν με τεράστια κέρδη διεθνώς.

Επίλογος

Εμείς, ως οπαδοί της ελεύθερης αγοράς με κοινωνικό πρόσωπο και όχι των ιδιωτικών ή κρατικών μονοπωλίων που προωθεί η ελληνική κυβέρνηση, όπως με την κρατική ιταλική ΤΡΑΙΝΟΣΕ (βίντεο), δεν έχουμε καμία αμφιβολία για την επερχόμενη καταιγίδα των καταιγίδων – ένα παγκόσμιο κραχ τεραστίων διαστάσεων, μοναδικό στην ιστορία.

Η αιτία είναι το ότι, οι κεντρικές τράπεζες διευκόλυναν μεν τη ληστεία των χαμηλών εισοδηματικών τάξεων και των αδύναμων (ή ανόητων όπως στην περίπτωση της Ελλάδας) κρατών, αλλά είναι αδύνατον να συνεχιστεί η ίδια πολιτική στο μέλλον – επειδή μπορούν μεν να παράγουν και να δίνουν δωρεάν νέα χρήματα στους ισχυρούς, αλλά δεν είναι σε θέση να δημιουργούν επ’ άπειρον νέες «αγέλες» οφειλετών, για να τα καταναλώνουν δανειζόμενες. Με απλά λόγια θηρευτές υπάρχουν, αλλά τα θηράματα έχουν εξαντληθεί – οπότε το κυνήγι τελειώνει.

Ουσιαστικά λοιπόν τόσο η παγκόσμια οικονομία, όσο και το χρηματοπιστωτικό σύστημα, κινούνται με τους τελευταίους τοξικούς ατμούς της παγκοσμιοποίησης και της χρηματιστικοποίησης – ενώ γίνεται μεν προσπάθεια να δημιουργηθούν νέες καταναλωτικές μάζες μη χρεωμένου και φθηνού εργατικού δυναμικού, με τη μαζική μετανάστευση στις ανεπτυγμένες χώρες, αλλά δεν θα αποδώσει.

Στα πλαίσια αυτά μπορεί μεν να πιστεύουμε ακόμη πως οι κεντρικές τράπεζες είναι παντοδύναμες, με θεϊκές ικανότητες, αλλά πρόκειται για μία από τις συνήθεις ανθρώπινες ουτοπίες – σημειώνοντας πως όταν παύουν να υπάρχουν θηράματα, οι κυνηγοί στρέφονται ο ένας εναντίον του άλλου. Ακριβώς τότε το σύστημα διαλύεται και καταρρέει παταγωδώς – χωρίς κανένας να μπορεί να προβλέψει την ακριβή χρονική στιγμή που συμβαίνει κάτι τέτοιο, αλλά μόνο πως θα συμβεί οπωσδήποτε