18 Ιανουαρίου 2018

Η θλιβερή «φιλία» των Ελλήνων δημοσιογράφων με την Εξουσία

Μια παλιά, νοσηρή ιστορία που επιπλέον θεωρείται φυσιολογική. 

Ουδέποτε κατάλαβα, γιατί ορισμένοι δημοσιογράφοι κομπάζουν επειδή γνωρίζονται με πολιτικούς. Το γεγονός θα έπρεπε να αποκρύπτεται. Αυτό τους εξασφαλίζει μεν πηγές, αλλά τους καθιστά επίσης ύποπτους για συναλλαγή και νοθεία. Δεδομένου ότι πολιτικοί και δημοσιογράφοι στην Ελλάδα είναι είδος ανθρώπου επιρρεπές στο χρηματισμό και την εξαγορά. 

 Τι πηγές ειναι αυτές άλλωστε; Οι πολιτικοί μέσω των φίλιων μέσων περνάνε πάντα την εκδοχή της είδησης που τους συμφέρει. Ή μαχαιρώνουν συντρόφους. Αυτό δεν είναι πηγή, αλλά οχετός. 

 Οι μόνες καθαρές πηγές του δημοσιογράφου βρίσκονται, συνήθως, απέναντι από την Εξουσία. Ή είναι προϊόν προσωπικής και αχρωμάτιστης έρευνας. Πού να τρέχουμε όμως... 

 Όταν βλέπω στα εστιατόρια πολιτικούς και δημοσιογράφους να ανθυποσουρώνουν σαν φιλαράκια για να διοχετευτεί ένα απόρρητο υπουργικό έγγραφο, μια υποκλοπή ή κάτι σχετικό, καταλαβαίνω πόσο δίκαιη είναι η αηδία του κόσμου για τους μεν και για τους δε. 

Μερικοί λένε, ότι αυτό είναι νέο φαινόμενο. Δεν συμφωνώ. 

Ανέκαθεν, η καθεστωτική δημοσιογραφία ψωνίζει κύρος, ειδήσεις και χαρτζηλίκι από την πίσω πόρτα της Βουλής. Από την Ελένη Βλάχου στο παλάτι, μέχρι τους προτεζέ του Λαμπράκη που εχρίζοντο υπουργοί εν μιά νυκτί.

Στην Ελευθεροτυπία (και φαντάζομαι κι αλλού― η μόνη άλλη εφημερίδα που δούλεψα ήταν ή ανεπίληπτη «Αυγή» του Χρυσοστομίδη και του Μανόλη Αναγνωστάκη), υπήρχε μια αηδιαστική διαπλοκή, που θεωρείτο και απόδειξη πόσο σημαντική είναι η εφημερίδα! 

Υπουργοί ελεγχόμενης ηθικής βάφτιζαν τα παιδιά των διευθυντών, τα βράδια διασκέδαζαν όλοι μαζί στα μπουζούκια, οι μεν πήγαιναν στα σπίτια των δε, ένα τηλεφώνημα αρκούσε για να «περάσουν» ό,τι θέλουν ― μια χαμερπής παρτούζα, που καλυπτόταν από το ανυπόστατο σλόγκαν «Στηρίζουμε την αλλαγή, ελέγχουμε την εξουσία». 

Έτσι ήταν όλοι. Με αστικό facade οι μεν, με πασοκική αναίδεια οι δε. 

Κι έτσι είναι ακόμη σήμερα. Οι σχέσεις των δημοσιογράφων με την Εξουσία εξακολουθούν να πλέουν σε μια γκρίζα ζώνη αναξιοπρέπειας, οικειότητας και εντέλει συνδιαλαγής. 

Αυτό δεν συμβαίνει, εξ όσων ξέρω, σε καμμία δημοκρατική χώρα του κόσμου.