26 Οκτωβρίου 2014

Οι μόνιμοι μηχανισμοί αστάθειας του ευρώ.

του Ηλία Καραβόλια*

Μπορεί κάποιοι ισχυροί παίχτες των αγορών να συμβάλλουν ώστε το ευρώ να πλήττεται κατά καιρούς, σε όφελος του δολαρίου ή άλλων νομισμάτων, η μεγάλη αλήθεια όμως για την τύχη του ευρώ αλλά και της Ευρωζώνης είναι πλέον συνδεδεμένη με τις τρέχουσες εξελίξεις, πολιτικές και οικονομικές. 

Ακόμη και αν η ΕΚΤ υιοθετήσει μια πιο επιθετική πολιτική με αγορές κρατικών ομολόγων, δεδομένου ότι ήδη άρχισε να αγοράζει καλυμμένα χρεόγραφα (ABS) από τις ευρωπαϊκές τράπεζες, η Ευρωζώνη βρίσκεται πολύ μακριά από τη μόνιμη λύση: την έξοδο από τη διαρκή στασιμότητα και την απειλή της ύφεσης.

Το μεγάλο ερώτημα, όμως, που πάντα έχουν στο πίσω μέρος του μυαλού τους οι παίχτες στις αγορές χρήματος, είναι το εξής: Εάν η Ελλάδα π.χ. πρέπει να φύγει από το ευρώ, γιατί τότε οι υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης να θέλουν να παραμείνουν μέσα σε μια νομισματική ένωση που τους αφαιρεί σημαντικό μέρος της ανταγωνιστικότητας τους;

Ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας: με την πρόσφατη εκτίναξη των ελληνικών spreads, παρασύρθηκαν προς τα πάνω και των υπολοίπων χωρών του Νότου, σχεδόν προειδοποιώντας για τη φούσκα των κρατικών ομολόγων που κρατούσε πολλούς μήνες και δείχνοντας ότι η Ευρωζώνη έφτασε, ξεπέρασε σωστότερα, τα όριά της.

Οι πολιτικές εξελίξεις των τελευταίων ημερών σε Ελλάδα και Γαλλία (δημοσκοπική πρωτιά της Λεπέν) εγκυμονούν τέτοιους συστημικούς κινδύνους που απαιτούν άμεση λύση για να απενεργοποιήθει η ωρολογιακή βόμβα που απειλεί το ενιαίο νόμισμα. Πιο απλά, απαιτείται ταχύτερη εφαρμογή του προγράμματος Ντράγκι για παροχή ρευστότητας προς τις εμπορικές τράπεζες και υποχρέωση των τελευταίων να ρίξουν αυτή τη ρευστότητα στην παραγωγή και το εμπόριο.

Η πορεία του ευρώ παίζεται πλέον στο παγκόσμιο σκηνικό των αγορών, το οποίο φαίνεται οτι εξαρτάται άμεσα από τις παρεμβάσεις της ΕΚΤ, καθώς και η FED έχει σχεδόν προδιαγράψει τις κινήσεις και η Κίνα δεν επεμβαίνει με τα πλεονάσματά της. Είναι όμως αναγκαίο να θυμόμαστε και την προληπτική δήλωση της Λαγκάρντ προς τη Ρωσία, ότι κινδυνεύει από την κρίση αν δεν συμμορφώσει τα δημοσιονομικά της. Το δε ΔΝΤ, έχει αλλαγές συσχετισμών μετά και το προ δύο ετών βέτο Βραζιλίας, Ρωσίας, Ινδίας, Κίνας (BRIC) για συνεχή παροχή κεφαλαίων διάσωσης των ευρωπαϊκών κρατών.

Έτσι, λοιπόν, ερωτήματα που σχεδόν δέκα χρόνια μετά την κυκλοφορία του ευρώ και τη δημιουργία της Ευρωζώνης δεν απαντήθηκαν τότε, ξανακάνουν τη δουλειά των θεωρητικών της Οικονομίας επίκαιρη.

Γιατί, άραγε, οι χώρες της ευρωπαϊκής «περιφέρειας» επεδίωξαν την εισαγωγή σε ενιαία αγορά και κοινό νόμισμα µε τις πιο ισχυρές και ανταγωνιστικές χώρες του ευρωπαϊκού «κέντρου»; 

Γιατί η αρχιτεκτονική του ευρώ στήθηκε σε ένα ασταθές και ευάλωτο πλαίσιο συνύπαρξης των οικονομιών, που τελικά δεν άργησε να φανεί μετά την κρίση του 2008 στο διεθνές τραπεζικό σύστημα;

Γιατί η στρατηγική του ευρώ βρέθηκε τόσο εκτεθειμένη και οι οικονομίες του τόσο αθωράκιστες στην κατάρρευση των διεθνών χρηµαταγορών και στην εκτόξευση του κόστους δανεισμού μιας υπερχρεωμένης χώρας-μέλους (Ελλάδα);

Οι απαντήσεις δεν είναι εύκολες. Ένα πάντως είναι πλέον σίγουρο: Η διόγκωση των εγχώριων τραπεζικών συστημάτων σε κάθε χώρα του ευρώ και η πρόσβαση σε φθηνό δανεισμό, αποτέλεσαν τον λάθος μοχλό ανάπτυξης για τις εγχώριες οικονομίες.

Σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία που διανύουμε, με τα μοναδικά ουσιαστικά χρήματα πάνω στο τραπέζι να είναι αυτά της ΕΚΤ, το ενδεχόμενο νέας κρίσης στην Ευρωζώνη δεν είναι απίθανο.

Ακόμη και στην θεωρητικά εντελώς απίθανη περίπτωση επιστροφής εθνικών νομισμάτων ή ακόμη και στην υψηλότερης πιθανότητας περίπτωση να κυκλοφορήσουν κάποτε «δύο ευρώ» (δύο ταχυτήτων, μαλακό-σκληρό, βορρά- νότου, κέντρου- περιφέρειας), οι δημοσιονομικά ανισόρροπες και χρεωμένες χώρες, πρέπει να στηριχθούν. Αλλιώς δεν θα ορθοποδήσουν μόνες τους, με συνέπεια η αλυσιδωτή εξάπλωση της κρίσης, ακόμη και με διάσπαση του ευρώ, να είναι εντονότερη.

Κλειστές οικονομίες, ακόμη και αυτές που θα έχουν δικό τους νόμισμα, με εσωτερικούς «απορροφητήρες» των κραδασμών, δεν υπάρχουν και ούτε θα ξανασχηματιστούν ποτέ, όσο και αν τις νοσταλγούν οι λάτρεις του εθνικού προστατευτισμού σε κάθε κοινωνία… 

*O Ηλίας Καραβόλιας είναι οικονομολόγος. 

http://www.protagon.gr/, 24/10/2014